πέπερῐ
1πεπέρι — πεπέρῑ , πέπερι pepper neut dat sg (epic doric ionic aeolic) …
2πέπερι — pepper neut voc sg πέπερι pepper neut voc sg …
3πέπερι — το, ΝΜΑ, και πίπερι, έρεως και έριος και δ. τ. πέπερις, έριδος, ὁ, Α 1. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών το οποίο, σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική ταξινόμηση, ανήκει στην οικογένεια πιπερίδες και το οποίο περιλαμβάνει 1.500 2.000 είδη… …
4πεπέρει — πέπερι pepper neut nom/voc/acc dual (attic epic) πεπέρεϊ , πέπερι pepper neut dat sg (epic) πέπερι pepper neut dat sg (attic ionic) …
5πεπέρισι — πέπερι pepper neut dat pl (epic doric ionic aeolic) πέπερι pepper neut dat pl …
6πεπερέοιν — πέπερι pepper neut gen/dat dual (epic doric ionic aeolic) …
7πεπερίδων — πέπερι pepper neut gen pl …
8πεπέρεα — πέπερι pepper neut acc sg …
9πεπέρεος — πέπερι pepper neut gen sg (attic epic) …
10πεπέρια — πέπερι pepper neut nom/voc/acc pl (epic doric ionic aeolic) …