πάν-σοφος

  • 11πάμφρων — πάμφρων, ονος, ὁ (Α) σοφός ως προς όλα, γνώστης τών πάντων. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + φρων (< φρήν, φρενός), πρβλ. ματαιό φρων] …

    Dictionary of Greek

  • 12πανέμφρων — ον, Α εξαιρετικά σοφός, σοφότατος. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + ἔμφρων «λογικός, μυαλωμένος»] …

    Dictionary of Greek

  • 13Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… …

    Dictionary of Greek