ο διευθυντής

  • 61Βιβάλντι, Αντόνιο — (Antonio Vivaldi, Βενετία 1675 – Βιέννη 1741). Ιταλός συνθέτης. Τα πρώτα του μουσικά μαθήματα τα διδάχτηκε από τον πατέρα του, που ήταν βιολιστής, και συμπλήρωσε τις σπουδές του με τον Τζοβάνι Λεγκρέντσι. Κατά καιρούς κατέλαβε πολλές μουσικές… …

    Dictionary of Greek

  • 62Βολονάκης, Μιχαήλ — (Σύμη 1875 – Αθήνα 1950).Ιστορικός συγγραφέας. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μετεκπαιδεύτηκε στην Αγγλία και, όταν γύρισε στην Ελλάδα, διορίστηκε στη δημόσια εκπαίδευση. Διετέλεσε γυμνασιάρχης στο Αίγιο και στην Αθήνα, διευθυντής… …

    Dictionary of Greek

  • 63Βολφ, Ρούντολφ — (Rudolph Wolf, 1816 – 1893).Ελβετός αστρονόμος. Δίδαξε μαθηματικά και φυσική στη Βέρνη (1839 55) και το 1847 διορίστηκε διευθυντής του αστεροσκοπείου της Βέρνης· επίσης δίδαξε στο πανεπιστήμιό της αστρονομία. Το 1855 έγινε διευθυντής του… …

    Dictionary of Greek

  • 64Βρατσάνος, Μιλτιάδης — (1837 – 1913). Συγγραφέας και παιδαγωγός. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας και παιδαγωγικής στην Ελβετία και στη Γερμανία. Επέστρεψε στην Ελλάδα και διορίστηκε διευθυντής του διδασκαλείου της Αθήνας και… …

    Dictionary of Greek

  • 65Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …

    Dictionary of Greek

  • 66Γκλουκ, Κρίστοφ Βίλιμπαλντ — (Christoph Willibald Gluck, Ερασμπάχ 1714 – Βιέννη 1787). Γερμανός μουσικοσυνθέτης. Ύστερα από μία ταραγμένη παιδική ηλικία, εγκαταστάθηκε στην Πράγα, όπου έλαβε ουμανιστική και μουσική μόρφωση. Η προτίμηση της εποχής προς το ιταλικό μελόδραμα,… …

    Dictionary of Greek

  • 67Γρυπάρης, Ιωάννης — (Σίφνος 1871 – Αθήνα 1942).Ποιητής και εκπαιδευτικός. Αποφοίτησε από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή, σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε ως εκπαιδευτικός αρχικά στην Κωνσταντινούπολη, όπου βρισκόταν η οικογένειά του. Εκεί έκανε… …

    Dictionary of Greek

  • 68Δυοβουνιώτης, Κωνσταντίνος — (Πάτρα 1872 – Αθήνα, 1943). Θεολόγος και ακαδημαϊκός. Σπούδασε στην Αθήνα και στη Γερμανία. Διετέλεσε καθηγητής της δογματικής και της ηθικής στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών κατά τις περιόδους 1919 20 και 1922 23 και στη συνέχεια… …

    Dictionary of Greek

  • 69Δωρόθεος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αργείος χαλκοπλάστης (5ος αι. π.Χ.). 2. Ολύνθιος γλύπτης (1ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Ηγήσανδρου. Αναφέρεται ως ο δημιουργός αγάλματος του Πομπήιου, την κατασκευή του οποίου του ανέθεσαν το 62 π.Χ. οι Μυτιληναίοι,… …

    Dictionary of Greek

  • 70Έμερσον, Ραλφ Γουόλντο — (Ralph Waldo Emerson, Βοστόνη 1803 – Κόνκορντ, Μασαχουσέτη 1882). Αμερικανός φιλόσοφος, δοκιμιογράφος και ποιητής. Ήταν γιος ιερέα της Ενωτικής Εκκλησίας. Σπούδασε θεολογία στο Χάρβαρντ και κατέλαβε εκκλησιαστικό αξίωμα το 1829. Το 1832, όμως,… …

    Dictionary of Greek