ο ένας με τον

  • 91πυριφλεγέθων — Ένας, κατά την αρχαία μυθολογία, από τους τρεις ποταμούς του Άδη. Ενώ ο Κωκυτός και ο Αχέρων ήταν οι ποταμοί των στεναγμών, ο Π. ήταν ο ποταμός της φωτιάς. Ο Όμηρος τον αναφέρει στην Οδύσσεια και ο Πλάτων στον Φαίδωνα. Ο Πλάτων μάλιστα,… …

    Dictionary of Greek

  • 92Ταχώς ή Τάχως — Ένας από τους τελευταίους φαραώ της Αιγύπτου, που βασίλεψε 2 μόνο χρόνια, ανάμεσα στο 360 και 358 π.Χ. Ο Τ. είχε εμπλακεί σε πόλεμο με τον Αρταξέρξη τον Μνήμονα και ζήτησε τη βοήθεια τόσο των Αθηναίων όσο και των Σπαρτιατών. Οι Αθηναίοι έστειλαν… …

    Dictionary of Greek

  • 93πολύφημος — Ένας από τους Κύκλωπες της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, γιος του Ποσειδώνα και της νύμφης Θόωσας. Κατά τον Ευριπίδη, ήταν ο πατέρας των άλλων Κυκλώπων, αλλά σύμφωνα με άλλες παραδόσεις ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός τους. Παρουσιάζεται ως… …

    Dictionary of Greek

  • 94διοικητικό δίκαιο — Ένας από τους βασικούς κλάδους του δημοσίου δικαίου, που ρυθμίζει στο σύνολό του τις εκδηλώσεις της κρατικής εξουσίας και τον τρόπο οργάνωσης της λειτουργίας της. Ο σαφής προσδιορισμός του αντικειμένου του δ.δ. γίνεται σε συνδυασμό με τον… …

    Dictionary of Greek

  • 95Αβασγοί — Ένας από τους αρχαιότερους λαούς της καυκασιανής φυλής. Κατοικούν κατά μήκος της ανατολικής παραλίας του Εύξεινου Πόντου, στις δυτικές υπώρειες του Καυκάσου. Η γλώσσα τους είναι το πιο δύσκολο καυκασιανό ιδίωμα. ΟιΑ. ήλθαν πολύ νωρίς σε… …

    Dictionary of Greek

  • 96Ιούδας ο Ισκαριώτης — Ένας από τους δώδεκα μαθητές του Ιησού, o οποίος, κατά την ευαγγελική αφήγηση, πρόδωσε τον διδάσκαλό του παραδίδοντάς τον στους ιερείς του Ναού για 30 αργύρια. Μετανοώντας όμως για την πράξη του επέστρεψε τα χρήματα και απαγχονίστηκε (Ματθαίος… …

    Dictionary of Greek

  • 97Πολυβώτης — Ένας από τους Γίγαντες. Στη Γιγαντομαχία τον κατεδίωξε ο Ποσειδώνας μέχρι την Κω και εκεί άρπαξε ένα μεγάλο βράχο του νησιού και τον πέταξε πάνω του. Το κομμάτι αυτό του βράχου που εξόντωσε το Γίγαντα Π. σχημάτισε ένα νέο νησί, τη Νίσυρο. Σύμφωνα …

    Dictionary of Greek

  • 98Ταβινάνο, ζήτημα του- — Τον Ιανουάριο του 1912 κατά τη διάρκεια του Ιταλοτουρκικού πολέμου, ιταλικό πολεμικό πλοίο κατέλαβε το γαλλικό ατμόπλοιο Ταβινάνο. Αμέσως τότε αμφισβητήθηκε, και από την Ιταλία και από τη Γαλλία, το ακριβές σημείο στο οποίο έγινε η κατάληψη. Η… …

    Dictionary of Greek

  • 99Ωσηέ — Ένας από τους ελάσσονες προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, ο οποίος έδρασε στο βόρειο ισραηλιτικό Βασίλειο από τα μέσα περίπου του 8ου αι. π.Χ., δηλαδή κατά τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Ιεροβοάμ B’ και μάλιστα στην περίοδο της αναρχίας που… …

    Dictionary of Greek

  • 100λίπος ή λιπώδης ιστός — Ένας από τους ιστούς που συνιστούν τον οργανισμό. Διαμοιράζεται στον υποδόριο ιστό και συσσωρεύεται κυρίως σε ορισμένες περιοχές του σώματος, ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και την ατομική κατασκευή, ενώ απουσιάζει από άλλες. Συμβάλλει αισθητά… …

    Dictionary of Greek