ο ένας με τον

  • 111Ιανίκουλος — Ένας από τους επτά λόφους (υψόμ. 77 μ.) πάνω στους οποίους χτίστηκε η Ρώμη. Βρίσκεται στην περιοχή του Βατικανού, στη δεξιά όχθη του Τίβερη. Η ονομασία του προέρχεται από τον θεό Ιανό, ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, δέχθηκε εκεί τον θεό Κρόνο …

    Dictionary of Greek

  • 112Σφηττός — Ένας από τους δώδεκα δήμους της αρχαίας Αττικής, που ίδρυσε ο Κέκροπας. Το όνομα του δήμου οφείλεται στο Σφηττό, γιο του Τροιζήνα. Αυτός είχε μετοικήσει μαζί με τον αδελφό του, Ανάφλυστο, που ίδρυσε επίσης τον ομώνυμο δήμο. Ο δήμος ανήκε στην… …

    Dictionary of Greek

  • 113Χείρων — Ένας από τους Κενταύρους της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας: ξεχώριζε από τους συντρόφους του, που παρουσιάζονταν άγριοι και σκληροί, με την εξαιρετική σοφία του. Κατά την αρχαία παράδοση, πολλοί ήρωες της αρχαιότητας, μεταξύ των οποίων και ο… …

    Dictionary of Greek

  • 114στίλπων — Ένας από τους κυριότερους φιλόσοφους της Μεγαρικής Σχολής, δάσκαλος του Ζήνωνα του Κιτιέα, και μεγάλος πολέμιος της πλατωνικής διδασκαλίας περί Ιδεών. Γεννήθηκε στα Μέγαρα και έζησε εκεί σχεδόν όλη του τη ζωή ως τα βαθιά γεράματα. Φαίνεται πως… …

    Dictionary of Greek

  • 115χείρων — Ένας από τους Κενταύρους της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας: ξεχώριζε από τους συντρόφους του, που παρουσιάζονταν άγριοι και σκληροί, με την εξαιρετική σοφία του. Κατά την αρχαία παράδοση, πολλοί ήρωες της αρχαιότητας, μεταξύ των οποίων και ο… …

    Dictionary of Greek

  • 116Αιδώλιος λόχος — Ένας από τους λόχους που αποτελούσαν τον στρατό της αρχαίας Σπάρτης …

    Dictionary of Greek

  • 117Ακτό-βιδότους — Ένας από τους ντέβα, θεία όντα της ιρανικής μυθολογίας. Ήταν εχθρός του Μίθρα, θεού του φωτός, που μαζί με τον Ωρομάσδη, την υπέρτατη θεότητα για τους αρχαίους Πέρσες, αγωνίζονταν κατά του αιώνιου σκότους …

    Dictionary of Greek

  • 118αλλαντοειδές — Ένας από τους υμένες που περιβάλλουν το έμβρυο των ζωικών οργανισμών. Στα θηλαστικά, εκτός από τον άνθρωπο, παρουσιάζεται ως αγγειοβριθής κύστη. Στον άνθρωπο έχει εκφυλιστεί και περιορίζεται σε μια δεσμίδα μεσεγχυματικού ιστού που περιβάλλει τα… …

    Dictionary of Greek

  • 119ασθενής αλληλεπίδραση — Ένας από τους τέσσερις γνωστούς τύπους θεμελιωδών αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στα στοιχειώδη σωμάτια. H α.α. είναι ασθενέστερη από την ισχυρή (κατά έναν παράγοντα περίπου 1012) και την ηλεκτρομαγνητική αλληλεπίδραση και πολύ πιο ισχυρή από την… …

    Dictionary of Greek

  • 120Αχαρναί — Ένας από τους μεγαλύτερους και πολυπληθέστερους δήμους της αρχαίας Αττικής, ο οποίος στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου έδωσε, όπως αναφέρεται, στους Αθηναίους τρεις χιλιάδες οπλίτες. Η θέση των αρχαίων Α. πιστεύεται ότι βρισκόταν στην… …

    Dictionary of Greek