οὐδὲ γὰρ

  • 1ουδέ πω — οὐδέ πω και οὐδέπω (Α) (επίρρ. και σύνδ.) 1. και ούτε ακόμη («οὐ γάρ πω σχεδὸν ἦλθον Ἀχαιίδος οὐδέ πω ἁμῆς γῆς ἀπέβην», Ομ. Οδ.) 2. όχι ακόμη, μέχρι τώρα όχι («ἐν μνήματι..., οὗ οὐκ ἦν οὐδεὶς οὐδέπω κείμενος», ΚΔ). [ΕΤΥΜΟΛ. < οὐδέ + μόριο πω… …

    Dictionary of Greek

  • 2ούτος — αύτη, τούτο (ΑΜ οὗτος, αὕτη, τοῡτο, γεν. τούτου, ταύτης, τούτου) (δεικτ. αντων. με την οποία δηλώνεται πρόσωπο ή πράγμα το οποίο βρίσκεται τοπικώς ή χρονικώς κοντά ή είναι παρόν ή για το οποίο γίνεται λόγος) 1. αυτός, τούτος 2. φρ. (με επιρρμ.… …

    Dictionary of Greek

  • 3ՆԱ 2 — ( ) NBH 2 0383 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 6c, 10c, 11c, 13c շղ. ՆԱ՛. δέ, δή, μέν, οugr SmCi;, μὲν οὗν γε , ἁλλά vero, autem, etiam, verum, sane, profecto, ac quidem, quinimo. որ եւ գրի՝ ՆԱՅ՝ նոյն հնչմամբ. Որպէս թէ՝ …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • 4AEGYPTUS Turcis Elcuibet — Asiae regio (licet a Ptolemaeo in Africa discribatur) teste Mela l. 1. c. 9. in 2. partes dividitur. Una inferior, quae et Delta, ad occidentem Bechria, et ad ortum Errif, teste Io: Leone, dicitur. Altera Superior, vulgo Sahid, et olim Thebais… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 5Hermanos de Jesús — Los hermanos de Jesús de Nazaret son mencionados en algunos pasajes del Nuevo Testamento, y, especialmente, en los evangelios canónicos (en concreto, 2 veces en el Evangelio de Mateo, 2 en el Evangelio de Marcos, 1 en el Evangelio de Lucas y 2 en …

    Wikipedia Español

  • 6CEPHEUS — I. CEPHEUS Aethiopum Rex, Andromedae pater, quam Perseus periculô liberatam, uxorem duxit. Ovid. Met. l. 4. v. 736. Auxiliumque domus Servatoremque fatentur Cassiope, Cepheusque pater. Hic postea generi meritis cum uxore et filia in caelum… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 7θέμα — I Το μέρος της λέξης που απομένει μετά την αφαίρεση της κατάληξής της. Είναι αμετάβλητο κατά την κλίση και φορέας της βασικής έννοιας της λέξης. Έτσι, στις λέξεις ουρανός, ταχύτητα, τρέχω, εκείνος, τα θ. είναι αντίστοιχα ουραν , ταχυτητ , τρεχ ,… …

    Dictionary of Greek

  • 8господьствословьныи — (1*) пр. Испорч.: сдѣ же ап(с)ли и предатель и || ѡсподьствословныи. и ап(с)ла именоваху. но иѹда и предатель и тать. (οὐδε γὰρ οἱ ἀπόστολοι τὸν προδότην ἠ κυριολεκτοῦσιν; ἤ ἀπόστολον ὀνομάζουσιν, ἀλλ’ ‘Ιούδαν καὶ προδότην καὶ κλεπτην) ФСт XIV,… …

    Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • 9SALAMIS vel SALAMIN — SALAMIS, vel SALAMIN hodie Coluri, teste Sophianô, insula sinus Saronici, inter Peloponnesum et Atticam, Aeginae proxima. Dionysius v. 511. Πρόςθε δὲ Σουνιάδος κορυφῆς, ἐφύπερθεν Α᾿βάντων Φαίνονται Σαλαμίς τε καὶ Αἰγίνης πτολιέθρον. Olim Cychria …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 10ευαγγέλιο — Στη χριστιανική Εκκλησία ο όρος χαρακτηρίζει τα τέσσερα πρώτα βιβλία της Καινής Διαθήκης, τα οποία, σύμφωνα με την παράδοση, έγραψαν ο Ματθαίος, ο Μάρκος, ο Λουκάς και ο Ιωάννης. Γραμμένα στην ελληνική γλώσσα, τα Ε. διηγούνται τα γεγονότα της… …

    Dictionary of Greek