οἴκου εἶναι

  • 41Μισισίπι — (Mississipi). Πολιτεία (123.514 τ. χλμ., 2.858.029 κάτ. το 2001) που βρίσκεται στις κεντρικές νοτιοανατολικές ΗΠΑ. Βρέχεται από τον κόλπο του Μεξικού στα Ν και συνορεύει με την Αλαμπάμα στα Α, το Τενεσί στα Β, το Άρκανσο στα ΒΔ και τη Λουιζιάνα… …

    Dictionary of Greek

  • 42Ολυμπία — Αρχαίο θρησκευτικό κέντρο στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, όπου υπήρχε περίφημο ιερό του Δία και όπου γεννήθηκαν και διεξάγονταν έως το 393 μ.Χ. οι Ολυμπιακοί αγώνες. Επί χίλια και πλέον χρόνια η Ο. υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα ιερό: υπήρξε… …

    Dictionary of Greek

  • 43Ολύμπια — Αρχαίο θρησκευτικό κέντρο στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, όπου υπήρχε περίφημο ιερό του Δία και όπου γεννήθηκαν και διεξάγονταν έως το 393 μ.Χ. οι Ολυμπιακοί αγώνες. Επί χίλια και πλέον χρόνια η Ο. υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα ιερό: υπήρξε… …

    Dictionary of Greek

  • 44δεκάλογος — Σύντομος κώδικας νόμων, τον οποίο, σύμφωνα με τη βιβλική αφήγηση (Έξοδος,ιθ’ 1 κ.ε.), έδωσε ο Θεός στον Μωυσή στο όρος Σινά. Στην Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται σε δύο σημεία, τα οποία παρουσιάζουν μικρές παραλλαγές (Έξοδος,κ’ 1 17, Δευτερονόμιον,ε’ 6 …

    Dictionary of Greek

  • 45μίσθωση — Όρος που στο ελληνικό δίκαιο δηλώνει τρία διαφορετικά είδη συμβάσεων, τη μ. εργασίας, τη μ. πράγματος και τη μ. έργου, που αποτελούσαν αρχικά, υπό τη ρωμαϊκή locatio conductio, ενιαίο τύπο σύμβασης. Η μ. εργασίας αποτελεί τη σύγχρονη διαμόρφωση… …

    Dictionary of Greek

  • 46Αλανσόν — (Αleηçοη). Πόλη (28.600 κάτ. το 2002) της βορειοδυτικής Γαλλίας στη Νορμανδία, πρωτεύουσα του νομού Ορν, στη συμβολή των ποταμών Σαρτ και Μπριάντ. Έχει νηματουργεία και εργοστάσια κατασκευής οικιακών συσκευών, ηλεκτρικών ειδών και ενδυμάτων. Στην …

    Dictionary of Greek

  • 47Βαντόμ — I (Vendôme). Πόλη (18.359 κάτ.) της κεντρικής Γαλλίας στον νομό Λουάρ ε Σερ (Loir et Cher), στο γεωγραφικό διαμέρισμα του Κέντρου (Centre). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Λουάρ και συνδέεται σιδηροδρομικά με το Παρίσι, στα ΒΑ. Η Β.… …

    Dictionary of Greek

  • 48Λευκάδα — I Νησί (303 τ. χλμ., 20.751 κάτ.) του Ιονίου πελάγους, Β της Κεφαλονιάς και της Ιθάκης και πολύ κοντά στην ακτή της Αιτωλοακαρνανίας, από την οποία τη χωρίζει στενός (25 μ.) τεχνητός δίαυλος (διώρυγα της Λ. ή Αλεξάνδρου). Η Λ. είναι το τέταρτο σε …

    Dictionary of Greek

  • 49Βαυαρία — (Bayern). Ομόσπονδο κράτος (70.547 τ. χλμ., 12.154.967 κάτ.) της Γερμανικής Δημοκρατίας, της οποίας καταλαμβάνει το νοτιοανατολικό τμήμα. Συνορεύει Ν και ΝΑ με την Αυστρία, Α με την Τσεχία, Δ και ΒΔ με τα κρατίδια του Μπάντεν Βίρτερμπεργκ και της …

    Dictionary of Greek

  • 50Μαυροβούνιο — (σερβοκροατ. Crna Gora, διεθν. Montenegro). Ομόσπονδη Δημοκρατία (13.812 τ. χλμ., 654.000 κάτ. το 2002) της νέας Δημοκρατίας Σερβία Μαυροβούνιο, με πρωτεύουσα την Ποντγκόριτσα (Podgorica, 152.025 κάτ.). Συνορεύει στα ΒΔ με την Κροατία, στα Β με… …

    Dictionary of Greek