ουζμπεκιστάν το

  • 31Καρακαλπακία — Αυτόνομη δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν. Βλ. λ. Καρακαλπακστάν …

    Dictionary of Greek

  • 32Καρά-Νταριά ή Καρανταριά — Ποταμός (180 χλμ.) της Ασίας, αριστερός παραπόταμος του Σιρ Νταριά. Σχηματίζεται από τη συμβολή των ποταμών Καρακούλτζα και Ταρ και διαρρέει τις δημοκρατίες της Κιργισίας και του Ουζμπεκιστάν. Οι πιο σημαντικοί παραπόταμοί του είναι ο Κουρσάμπ… …

    Dictionary of Greek

  • 33Κοκάντ — (Kokand Quqon). Πόλη (212.800 κάτ. τo 2003) του Ουζμπεκιστάν, στην επαρχία Φεργκανά (7.100 τ. χλμ., 2.805.500 κάτ.). Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα της κοιλάδας Φεργκανά, στον κάτω ρου του ποταμού Σοχ. Η Κ. αποτελεί οδικό κόμβο και συνδέεται με την… …

    Dictionary of Greek

  • 34Τουρκεστάν — ή Τουρκιστάν). Ιστορική περιοχή της κεντρικής Ασίας, οι κάτοικοι της οποίας μιλούν ιδιώματα του τουρκικού γλωσσικού κορμού. Εκτείνεται από την Κασπία Θάλασσα στα Δ, έως την έρημο Γκόμπι στα Α και ορίζεται στα Ν από τις ορεινές αλυσίδες Κοπέτ… …

    Dictionary of Greek

  • 35Τουρκομάνοι — Τουρκικός λαός που ζει στο Τουρκμενιστάν, στο Ουζμπεκιστάν, στον Καύκασο, την Ευρωπαϊκή Ρωσία, στο Αφγανιστάν και στο Ιράν. Η ονομασία Τ. εμφανίστηκε για πρώτη φορά μετά τον 10o αι. και χαρακτήριζε τις φυλές των Καρλούκων και των Ογούζων.… …

    Dictionary of Greek