ξυράφιον
1ξυράφιον — surgical knife neut nom/voc/acc sg …
2ξυραφίοις — ξυράφιον surgical knife neut dat pl …
3ξυράφι — Όργανο που χρησιμοποιείται για το ξύρισμα, κυρίως του ανδρικού προσώπου. Το ξυράφι αποτελείται συνήθως από μία χαλύβδινη λεπίδα μήκους περίπου 10 εκατ. και πλάτους περί τα 2 εκατ. Ένα από τα δύο χείλη της λεπίδας έχει λειανθεί με ακόνισμα για να… …
4σκουτί — το, Ν 1. χοντρό ύφασμα, συνήθως από μαλλί 2. κάθε είδους ύφασμα 3. (κυρίως στον πληθ.) τα σκουτιά καθετί που χρησιμοποιείται για το ντύσιμο τού ανθρώπου, τα ενδύματα, τα ρούχα, τα εσώρουχα («ξένες μού πλένουν τα σκουτιά, ξένες τά σαπουνίζουν»,… …