μύρα
1Μύρα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 280 μ., 324 κάτ.) του νομού Λαρίσης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Νικαίας …
2μῦρα — μύρω flow aor ind act 1st sg (homeric ionic) …
3μύρα — μύρον sweet oil neut nom/voc/acc pl …
4Ματσάκης, Μίκης — (Μύρα Λυκίας 1900 – Αθήνα 1978). Ζωγράφος. Σπούδασε ζωγραφική στο Παρίσι και στο Μόναχο και έζησε αρκετά χρόνια στην Αίγυπτο. Η ζωγραφική του χαρακτηρίζεται από μια προσωπική αντίληψη σύζευξης του εμπρεσιονισμού με τον εξπρεσιονιστικό υπαιθρισμό …
5Myra — Myre (tr) Demre / Kale, (grc) Μύρα Le théâtre de Myre …
6μυροπόλος — και μυρόπωλος, ον (Α) αυτός που ασχολείται με τα μύρα ή αυτός που πωλεί μύρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < μύρον + πόλος (< πέλω / πέλομαι), πρβλ. ιππο πόλος. Ο τ. μυρόπωλος (< πωλῶ)] …
7μυροφόρος — α, ο αυτός που φέρνει μύρα και αρώματα: Μυροφόρες γυναίκες (ευλαβικές γυναίκες από τη Γαλιλαία που έφεραν μύρα στον τάφο του Χριστού για να αλείψουν με αυτά το σώμα του) …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
8Autobahn 1 (Griechenland) — Vorlage:Infobox hochrangige Straße/Wartung/GR A Αυτοκινητόδρομος A1 in Griechenland …
9Autobahn 1 Griechenland — Autobahn 1 (Aftokinitodromos 1) Länge: 550 km …
10ЛИКИЯ — • Lycia, Λυκία, область и полуостров на южном берегу Малой Азии; отделялась на севере горою Тавром от Фригии и Писидии; на севере и северо востоке горою Ζόλυμα (с проходом Κλι̃μαξ) от Памфилии, на западе горою Δαίδαλοι и рекою… …