μεταβατικός

  • 21λέγω — και λέω (AM λέγω, Μ και λέω) 1. εκφράζομαι με τον προφορικό λόγο, ομιλώ, λαλώ (α. «ο καθένας είπε τις απόψεις του» β. «λεγέτω μὲν οὖν περὶ αὐτοῡ ὡς ἕκαστος γιγνώσκει», Θουκ. γ. «ἔλεξαν ὑπὲρ τῶν στρατηγῶν τάδε», Ξεν.) 2. φρονώ, νομίζω (α. «τί λες… …

    Dictionary of Greek

  • 22λοιπόν — (AM λοιπόν, Μ και λοιπός) (άναρθρο και έναρθρο) (ως σύνδεσμος συμπερασματικός, συλλογιστικός και μεταβατικός) άρα, συνεπώς, ώστε, επομένως (α. «αφού λοιπόν δεν έρχεσαι, θα πάω μόνος μου» β. «ἐκ τούτου λοιπὸν τοῡ χαλεποῡ νοσήματος, ἔμεινε...… …

    Dictionary of Greek

  • 23προπρωτεΐνη — η, Ν (βιοχ.) μεταβατικός πρωτεϊνικός πρόδρομος ο οποίος φέρει τελικές περιοχές που διασπώνται γρήγορα για να παραγάγουν μια σταθερή προπρωτεΐνη ή μια λειτουργική πρωτεΐνη …

    Dictionary of Greek

  • 24Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …

    Dictionary of Greek

  • 25Γαβρολίμνη — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 100 μ., 363 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ναυπακτίας του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Χαλκείας. Στην περιοχή βρίσκεται ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου, της λεγόμενης Παναξιώτισσας. Είναι από τους… …

    Dictionary of Greek

  • 26Κηφισόδοτος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος στρατηγός (5ος αι. π.Χ.). Ο Ξενοφών αναφέρει πως συμμετείχε στη μάχη στους Αιγός Ποταμούς. 2. Κ. ο πρεσβύτερος (5ος 4ος αι. π.Χ.). Γλύπτης. Πιθανότατα ήταν πατέρας του Πραξιτέλη. Κανένα γνήσιο έργο του δεν… …

    Dictionary of Greek

  • 27Παπούα – Νέα Γουινέα — Συγκρότημα νησιών της Νοτιοανατολικής Ασίας, μεταξύ της θάλασσας των Κοραλίων και του νότιου Ειρηνικού Ωκεανού, ανατολικά της Ινδονησίας.Aνεξάρτητο κράτος από τις 16 Σεπτεμβρίου 1975 στο πλαίσιο της Bρετανικής Kοινοπολιτείας, περιλαμβάνει το… …

    Dictionary of Greek

  • 28ԵՏԵՂԱՓՈԽ — ( ) NBH 1 0664 Chronological Sequence: 8c ա. μεταβατικός transitivus, vagans, localis Որ փոխէ զտեղի իւր՝ որպէս մոլորակք. եւ Տեղափոխական. տեղական. *Աստեղաց ետեղափոխ բազմաշարժութեանց: *Շարժիլ ո՛չ ըստ բերման ... կամ ետեղափոխ շարժութեան. Դիոն. ածայ …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • 29ՓՈԽԱՆՑԱԿԱՆ — (ի, աց.) NBH 2 0949 Chronological Sequence: 8c, 13c ա. μεταβατικός transitivus, fluxus. Անցողական. փոխադրական. տեղափոխական. հոսական. *Ըստ յարձակմանն շարժութեան տեսակք. փոխանցականն, եւ շարժական մարմնոյն ըստ ամենայնիվ, եւ ձայնականն: Իսկ ոտք է… …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • 30αλλά — σύνδεσμος αντιθετικός αντίστοιχος με τον μα 1. μπαίνει στην αρχή πρότασης, περιόδου ή παραγράφου ως μεταβατικός, αλλά και με κάποια αντίθεση προς τα προηγούμενα: Αλλά όλα αυτά τα προτερήματα θα μεναν ίσως σε αδράνεια, αν δεν είχε ο άντρας αυτός… …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)