μετά τις προθέσεις

  • 41Τολστόι — Επώνυμο Ρώσων συγγραφέων, καλλιτεχνών και κοινωνικών παραγόντων, που είχαν τον τίτλο του κόμη. 1. Αλεξέι Κονσταντίνοβιτς (Πετρούπολη 1817 – Κράνσι Ρογκ, Τσερνίγκοφ 1875). Ποιητής, πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας). Από αριστοκρατική οικογένεια …

    Dictionary of Greek

  • 42κεραμεικός — Αρχαίος δήμος της Αθήνας. Βρισκόταν στα βορειοδυτικά κράσπεδα της πόλης, στην κοιλάδα που διέσχιζε ο Ηριδανός. Η ονομασία, που χρησιμοποιείται και για τη σύγχρονη συνοικία της Αθήνας, προήλθε από τον ήρωα Κέραμο, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης …

    Dictionary of Greek

  • 43Μουσείο, Αρχαιολογικό Θήβας — Το Μουσείο της Θήβας (Θρεψιάδου 1, πλατεία Κεραμοπούλου) στεγάζει μια αντιπροσωπευτική συλλογή ευρημάτων του νομού Βοιωτίας, που καλύπτουν χρονικά όλη την περίοδο της πλούσιας προϊστορίας και ιστορίας αυτού του σημαντικού για την ιστορία της… …

    Dictionary of Greek

  • 44Κοραής, Αδαμάντιος — (Σμύρνη 1748 – Παρίσι 1833). Λόγιος και Διδάσκαλος του Γένους. Γόνος εύπορης οικογένειας καταγόμενης από τη Χίο, ο Κ. ανατράφηκε στη Σμύρνη και σπούδασε στην Ευαγγελική Σχολή, η οποία όμως τότε δεν προσέφερε παρά «διδασκαλίαν πολλά πτωχήν,… …

    Dictionary of Greek

  • 45υπερρεαλισμός ή σουρεαλισμός — Λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό πρωτοποριακό κίνημα του προηγούμενου αιώνα. Διακρίνεται από τα άλλα πρωτοποριακά κινήματα για την τάση να παρουσιάζεται ως ολοκληρωμένο σύστημα ιδεών και αρχών, η ουσία του οποίου δεν περιορίζεται μόνο στη λογοτεχνική …

    Dictionary of Greek

  • 46Λίνκολν, Άμπραχαμ — (Abraham Lincoln, Χότζενσβιλ, Κεντάκι 1809 – Ουάσινγκτον 1865). Αμερικανός νομικός και πολιτικός, ο 16ος πρόεδρος των ΗΠΑ (1861 65). Ο πατέρας του ήταν πιονέρος αγρότης, ο οποίος ζούσε από το κυνήγι και τα προϊόντα των χωραφιών που καλλιεργούσε ο …

    Dictionary of Greek

  • 47Δίων — I Μυθολογικό πρόσωπο, βασιλιάς της Λακεδαίμονας. Σύμφωνα με τη μυθολογία είχε τρεις κόρες, την Όρφη, τη Λυκώ και την Καρύα, προικισμένες με μαντικές ικανότητες. Επειδή όμως έπεσαν στη δυσμένεια του Βάκχου, μεταμορφώθηκαν οι δύο πρώτες σε βράχους… …

    Dictionary of Greek

  • 48κλασικισμός — Αισθητική θεωρία η οποία υποστηρίζει ότι το αντικείμενο της τέχνης είναι μια παγκόσμια, αιώνια και αναλλοίωτη ιδέα του ωραίου. Το ωραίο, κατά την άποψη των υποστηρικτών της θεωρίας αυτής, προϋποθέτει την ύπαρξη ρυθμού, μέτρου και ήρεμης… …

    Dictionary of Greek

  • 49Γκόρκι, Μαξίμ — (Maksim Gorky, Νίζνι Νόβγκοροντ 1868 – Μόσχα 1936). Φιλολογικό ψευδώνυμο του Ρώσου συγγραφέα Αλεξέι Μαξίμοβιτς Πέσκοφ. Ήταν γόνος οικογένειας βιοτεχνών. Έχασε μικρός τους γονείς του και έζησε τα παιδικά του χρόνια στο σπίτι των γονιών της μητέρας …

    Dictionary of Greek

  • 50Θηρεσία — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Θ. της Καστίλης (1070 – 1130). Νόθη κόρη του βασιλιά της Καστίλης Αλφόνσου ΣΤ’. Το 1094 παντρεύτηκε τον Ερρίκο της Βουργουνδίας, ο οποίος νωρίτερα είχε βοηθήσει τον Αλφόνσο να αντιμετωπίσει εχθρικές επιδρομές. Σε… …

    Dictionary of Greek