μεγα-

  • 41QUADI — Germaniae populi bellicofissimi. Tacit. in German. c. 42. Iuxta Hermunduros Narisei, ac deinde Marcomanni, et Quadi agunt. Eaque Germaniae velut frons est, quatenus Danubio praetexitur. Ergo Quadi in Danubii ripâ: scil. infra Marcomannos. Ptol.… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 42βραβείο — Έπαθλο ή αριστείο που απονέμεται σε άτομο που αρίστευσε ή προσέφερε ιδιαίτερες υπηρεσίες στην ανθρωπότητα, στον ηθικό, πνευματικό, επιστημονικό ή αθλητικό τομέα. Το β. που συνίσταται γενικά σε δίπλωμα, απονομή τιμητικής διάκρισης ή σε ένα… …

    Dictionary of Greek

  • 43κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …

    Dictionary of Greek

  • 44παυνί — Α (κατά τον Ησύχ.) «παυνί μικρόν οἱ δὲ μέγα ἢ ἀγαθόν». [ΕΤΥΜΟΛ. Οι τ. που παραδίδει ο Ησύχ. παυνί μικρόν οἱ δὲ μέγα ἢ ἀγαθόν, παῦνις ἀπόχρεως, παῦνον μέγα, παραμένουν αμφίβολοι και δυσερμήνευτοι. Ωστόσο, ο τ. παυνί μικρόν, αν είναι σωστός, θα… …

    Dictionary of Greek

  • 45Αρμενία — I Ιστορική γεωγραφική περιοχή (περ. 140.000 τ. χλμ.) της δυτικής Ασίας με ασφαλή μάλλον φυσικά σύνορα. Γενικά ως Α. ορίζεται η περιοχή που εκτείνεται σε μήκος μεταξύ του άνω ρου του Ευφράτη και της λεκάνης της Ουρμίας λίμνης και σε πλάτος μεταξύ… …

    Dictionary of Greek

  • 46Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …

    Dictionary of Greek

  • 47Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… …

    Dictionary of Greek

  • 48Καμπότζη — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Καμπότζης Έκταση: 181.040 τ. χλμ. Πληθυσμός: 12.775.324 (2002) Πρωτεύουσα: Πνομ Πενχ (999.804 κάτ. το 1998)Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας, στη χερσόνησο της Ινδοκίνας. Συνορεύει στα Δ και στα ΒΔ με την Ταϊλάνδη,… …

    Dictionary of Greek

  • 49meĝ(h)- : meĝ(h)- —     meĝ(h) : meĝ(h)     English meaning: big     Deutsche Übersetzung: “groß”     Note: (zur O.Ind. Aspiration s. Pedersen 5e décl. Lat. 481, Hitt. 36, 181 f.); zur reduced grade compare Pedersen Hitt. 169 f.     Material: O.Ind. mahü nt , Av …

    Proto-Indo-European etymological dictionary

  • 50АЗБУКА ПЕВЧЕСКАЯ — условный термин, применявшийся с XVIII в. для обозначения различных по содержанию музыкально теоретических руководств, направленных на практическое обучение основам церковно певч. искусства. Сохранились различные типы А. п. В визант. и славяно… …

    Православная энциклопедия