μίᾰ

  • 61σθενώ — Μία από τις τρεις Γοργόνες. > Γοργόνες και Γοργώ. * * * όω, ΜΑ [σθένος] ενισχύω, δυναμώνω κάποιον ή κάτι …

    Dictionary of Greek

  • 62σφυγμομέτρηση — Μια από τις βασικές μεθόδους της πρακτικής κοινωνικής έρευνας. Είναι γνωστή και με την ονομασία γκάλοπ. Εφαρμόζεται σε κοινωνικές, κοινωνικοψυχολογικές, δημογραφικές κ.ά. έρευνες. Κατά τη σ. κάθε μέλος της ομάδας που έχει επιλεχθεί για την έρευνα …

    Dictionary of Greek

  • 63σωματομετρία — Μια από τις μεθόδους της σωματολογίας. Η σ. αναφέρεται στο σύνολο των μετρήσεων με τις οποίες μελετούμε τις σωματικές ποικιλίες των ανθρώπων, ποσοτικά, κατά τα διάφορα χαρακτηριστικά που μπορούν να μετρηθούν ακριβώς. Η σ. λέγεται και νεκρομετρία …

    Dictionary of Greek

  • 64χειλανθή — Μία από τις πολυάρθιμες οικογένειες των δικοτυλήδονων φυτών, γνωστή και ως οικογένεια των λαμπιατών. Τα χ. είναι όλα σχεδόν ποώδη ή φρυγανώδη, ιθαγενή των εύκρατων περιοχών. Πολλά είδη τους φυτρώνουν στις παραμεσόγειες περιοχές, από την Ιβηρική… …

    Dictionary of Greek

  • 65Αγκίλ Καρακόραμ — Μια από τις τέσσερις ορεινές αλυσίδες που σχηματίζουν το συγκρότημα Καρακόραμ …

    Dictionary of Greek

  • 66Αδικάρα — Μια από τις πολλές προσωνυμίες του Βράχμα. Σημαίνει ο πρώτος δημιουργός …

    Dictionary of Greek

  • 67Αελλώ ή Αελλόπη — Μία από τις Άρπυιες (βλ. λ) …

    Dictionary of Greek

  • 68Αθωνιάς Σχολή — Μια από τις πιο φημισμένες σχολές ανώτερης παιδείας, που λειτούργησε στο Άγιον Όρος κατά το δεύτερο μισό του 18ου αι. Ονομάζεται επίσης και Φροντιστήριον και Ακαδημία. Την πρωτοβουλία της ίδρυσης είχε το 1748 ο ηγούμενος της μονής Βατοπεδίου… …

    Dictionary of Greek

  • 69Αιαντίδα φυλή — Μια από τις δέκα φυλές που σχημάτισε ο Κλεισθένης στην Αττική, καταργώντας τις 12 προηγούμενες. Αυτή η ονομασία δόθηκε για να ευχαριστηθούν οι Σαλαμίνιοι, που έδωσαν τη Σαλαμίνα στους Αθηναίους. Η φυλή διακρίθηκε στη μάχη του Μαραθώνα, όπου… …

    Dictionary of Greek

  • 70Αιγηίδα φυλή — Μία από τις δέκα φυλές που δημιούργησε ο Κλεισθένης στην Αττική. Πήρε το όνομά της από τον μυθικό βασιλιά της Αθήνας Αιγέα …

    Dictionary of Greek