μίᾰ

  • 121Ποιήεσσα — Μια από τις τέσσερις αρχαιότερες πόλεις της νήσου Κέας (Τζιά). Την εποχή του Στράβωνα ήταν ήδη αφανισμένη, γιατί οι κάτοικοι της είχαν μεταναστεύσει στην Καρθαία. Εκεί κοντά βρισκόταν ο ναός του Σμινθέα Απόλλωνα. Την εποχή του Στράβωνα, ανάμεσα… …

    Dictionary of Greek

  • 122πουστού — Μία από τις εθνικές γλώσσες του Αφγανιστάν. Xρησιμοποιείται επίσης και στο βορειοδυτικό και δυτικό Πακιστάν. Υπάγεται στην ιρανική ομάδα γλωσσών της Ινδοευρωπαϊκής γλωσσικής οικογένειας. Αποτελείται από δύο ομάδες διαλέκτων, τη νοτιοδυτική, που… …

    Dictionary of Greek

  • 123Προβάλινθος — Μία από τις 12 επαρχίες της αρχαίας Αττικής, ένας από τους 4 δήμους που αποτελούσαν την Τετράπολη της πεδιάδας του Μαραθώνα. Η τοποθεσία της δεν εξακριβώθηκε, μερικοί όμως αρχαιολόγοι την τοποθετούν ανάμεσα στο Πικέρμι και στη θέση Βελανιδιά, και …

    Dictionary of Greek

  • 124Πρόννοι — Μία από τις 4 ομόσπονδες, αλλά αυτεξούσιες, πόλεις της αρχαίας Κεφαλληνίας, στη νοτιοανατολική ακτή του νησιού και κοντά στον Aίνο. Στην πόλη αυτή λάτρευαν τον Δία Αινήσιο, που τον έλεγαν έτσι επειδή στην κορυφή του Αίνου υπήρχε ναός του Δία.… …

    Dictionary of Greek

  • 125ρομβικό σύστημα — Μια από τις υποδιαιρέσεις της κρυσταλλογραφικής κατάταξης. Οι κρύσταλλοι των ορυκτών που ανήκουν στο σύστημα αυτό χαρακτηρίζονται από 3 άξονες κάθετους μεταξύ τους αλλά άνισους, έτσι ώστε η ανάπτυξη των εδρών του κρυστάλλου να είναι διαφορετική… …

    Dictionary of Greek

  • 126Σάβειροι ή Σάβιροι — Μία από τις φυλές των Ούννων. Εγκαταστάθηκαν τον 10 μ.Χ. αι. στη ΒΔ Ασία και την Α. Ευρώπη. Τον 5o αι. κατοικούσαν στις στέπες, στα Β. του Καυκάσου ως το Βόλγα. Γείτονες των Βυζαντινών και των Περσών, πολλές φορές αναμειγνύονταν στις διαμάχες… …

    Dictionary of Greek

  • 127Τρετιακόφ Πινακοθήκη — Μια από τις μεγαλύτερες πινακοθήκες της Ρωσίας, με πίνακες αποκλειστικά Ρώσων καλλιτεχνών, που βρίσκεται στη Μόσχα. Ιδρυτής της ήταν ο Μοσχοβίτης μαικήνας και συλλέκτης ζωγραφικών πινάκων, έμπορος Πάβελ Μιχαήλοβιτς Τ. (1832 1898), που έπαιξε… …

    Dictionary of Greek

  • 128τριγωνικό σύστημα — Μία από τις 7 υποδιαιρέσεις της κρυσταλλογραφικής κατάταξης. Οι κρυσταλλογραφικοί άξονες είναι 4: τρεις οριζόντιοι που σχηματίζουν μεταξύ τους ίσες γωνίες 60° και ένας κάθετος προς τους τρεις άλλους. Η μέγιστη συμμετρία παρουσιάζει έναν τρίτης… …

    Dictionary of Greek