μάνδρα
1μάνδρα — μάνδρᾱ , μάνδρα enclosed space fem nom/voc/acc dual μάνδρᾱ , μάνδρα enclosed space fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …
2μάνδρᾳ — μάνδραι , μάνδρα enclosed space fem nom/voc pl μάνδρᾱͅ , μάνδρα enclosed space fem dat sg (attic doric aeolic) …
3μάνδρα — Ονομασία έξι οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 450 μ., 88 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριχωνίδας του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, Α της λίμνης Τριχωνίδας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θέρμου. 2. Πεδινή πόλη …
4Μάνδρα — Sp Mándra Ap Μάνδρα/Mandra L C Graikija …
5μάνδρας — μάνδρᾱς , μάνδρα enclosed space fem acc pl μάνδρᾱς , μάνδρα enclosed space fem gen sg (attic doric aeolic) …
6μάνδραι — μάνδρα enclosed space fem nom/voc pl μάνδρᾱͅ , μάνδρα enclosed space fem dat sg (attic doric aeolic) …
7μάνδραν — μάνδρᾱν , μάνδρα enclosed space fem acc sg (attic doric aeolic) …
8Λάσκος, Βασίλειος — (Μάνδρα Ελευσίνας 1899 – 1943). Αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, ήρωας του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Σπούδασε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και ειδικεύτηκε στον κλάδο των υποβρυχίων. Το 1926 τοποθετήθηκε κυβερνήτης του τορπιλοβόλου Πέργαμος, με το… …
9μανδρῶν — μάνδρα enclosed space fem gen pl …
10μάνδραις — μάνδρα enclosed space fem dat pl …