λύς

  • 1Σκάλδης — (Escaut γαλλικά, Schelde φλαμανδικά). Ποταμός της κεντροδυτικής Ευρώπης, συνολικού μήκους 400 χλμ., που εκβάλλει στη Βόρεια θάλασσα με ένα μακρύ ποταμόκολπο. Πηγάζει στην Πικαρδία, στη βόρεια Γαλλία, και κατέρχεται αρχικά προς ΒΔ περνώντας από… …

    Dictionary of Greek

  • 2ՋՐԱՇԵՂՋ — (ի, աց կամ ից.) NBH 2 0677 Chronological Sequence: Early classical, 6c, 11c գ. ՋՐԱՇԵՂՋ կամ ՋՐԱՇԻՂՋ. որ եւ ՋՐՇԵՂՋ, ՋՐՇԻՂՋ. λίμνη palus (paludis) ’λύς limus ῤύαξ rivulus. Շեղջ կամ կուտակ ջրոց. ջրաժողով վայր. ջրամբարք. ճահիճ. լիճ. ծովակ. առու.… …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • 3ἰλύς — ἰ̱λύ̱ς , ἰλύς mud fem acc pl ἰ̱λύς , ἰλύς mud fem nom sg …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)