λευκός

  • 71φαλίς — (I) ίδος, ἡ, Α (κατά τον Ησύχ.) «κάνναβις». [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. έχει σχηματιστεί από το επίθ. φαλός «λευκός», λόγω τού χρώματος τής κάνναβης. Για ανάλογες ονομασίες τής κάνναβης προερχόμενες από επίθ. με σημ. «λευκός» πρβλ. σερβ. belojka, σλοβεν.… …

    Dictionary of Greek

  • 72Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …

    Dictionary of Greek

  • 73αργός — I Πόλη (υψόμ. 40 μ., 24.239 κάτ.), του νομού Αργολίδος, έδρα του ομώνυμου δήμου. Χτισμένο στη θέση της αρχαίας πόλης, διατήρησε το ίδιο όνομα από πανάρχαια χρόνια. Σήμερα είναι ανεπτυγμένο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο με ωραία ρυμοτομία.… …

    Dictionary of Greek

  • 74λευκότατ' — λευκότατα , λευκός light adverbial superl λευκότατα , λευκός light neut nom/voc/acc superl pl λευκότατε , λευκός light masc voc superl sg λευκόταται , λευκός light fem nom/voc superl pl …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 75υπολευκαίνω — Α παθ. ὑπολευκαίνομαι γίνομαι λευκός αποκάτω ή γίνομαι κάπως λευκός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + λευκαίνω (< λευκός)] …

    Dictionary of Greek

  • 76Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… …

    Dictionary of Greek

  • 77Σουδάν — Κράτος της Βόρειας Αφρικής. Συνορεύει στα Β με την Αίγυπτο και τη Λιβύη, στα Δ με το Τσαντ και την Κεντροαφρικάνικη Δημοκρατία, στα Ν με το Κόνγκο, την Ουγκάντα και την Κένυα και στα Α με την Αιθιοπία και την Ερυθραία, ενώ το ΒΑ τμήμα της… …

    Dictionary of Greek

  • 78λευκά — λευκάς mountain deadnettle fem voc sg λευκόν white neut nom/voc/acc pl λευκός light neut nom/voc/acc pl λευκά̱ , λευκός light fem nom/voc/acc dual λευκά̱ , λευκός light fem nom/voc sg (doric aeolic) …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 79λευκότερ' — λευκότερα , λευκός light neut nom/voc/acc comp pl λευκότερε , λευκός light masc voc comp sg λευκότεραι , λευκός light fem nom/voc comp pl …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 80Leukemia — For the journal, see Leukemia (journal). For animal diseases, see Leucosis. Leukemia Classification and external resources A Wright s stained bone marrow aspirate smear of patient with precursor B cell acute lymphoblastic leukemia …

    Wikipedia