κῶς
21γεγηρακώς — γεγηρᾱκώς , γηράσκω grow old perf part act masc nom/voc sg (attic) γεγηρᾱκώς , γηράω grow old perf part act masc nom/voc sg (attic) γεγηρᾱκώς , γηράω grow old perf part act masc nom/voc sg (doric aeolic) …
22ὑπεργεγηρακώς — ὑπεργεγηρᾱκώς , ὑπέρ γηράσκω grow old perf part act masc nom/voc sg (attic) ὑπεργεγηρᾱκώς , ὑπέρ γηράω grow old perf part act masc nom/voc sg (attic) ὑπεργεγηρᾱκώς , ὑπέρ γηράω grow old perf part act masc nom/voc sg (doric aeolic) …
23Kos — Infobox Greek Isles name = Kos native name = Κως skyline = Western archeological site Kos town.jpg sky caption = Ruins of an agora in Kos town coordinates = coord|36|51|N|27|14|E| chain = Dodecanese isles = area = 290.313 highest mount = Mount… …
24Asclepeion de Cos — Saltar a navegación, búsqueda Ruinas del Asclepion de Cos …
25COS — I. COS i. e. spina aut aestus, sive taedium, pater Anab et Soboba. 1. Paral. c. 4. v. 8. II. COS insula in mari Aegaeo, una Cycladum.: Graece Κῶς, per contractionem, non ex κέως, aut κόως sed ex κόος. Unde male Auctores, qui τὴν Κῶ scribunt, et… …
26πο- — ριζικό θέμα τών ερωτηματικών (όταν τονίζεται) και τών αόριστων (όταν είναι εγκλιτικό) επιρρημάτων και αντωνυμιών που ανάγεται στην IE ρ. *kwo (πρβλ. γερμ. hvas, Κατ. quod, αρμ. ο, λιθουαν. kas, αρχ. σλαβ. kŭ to). Η ρίζα αυτή έχει και τις μορφές:… …
27κτένι ή χτένι — Κοινή ονομασία θαλάσσιων ελασματοβραγχίων μαλακίων του γένους Pecten, της οικογένειας των πεκτινιδών. Τα δίθυρα όστρακά τους, τα οποία συναντώνται στις περισσότερες ακτές, είναι περιζήτητα από τους συλλέκτες για τα ωραία χρώματα και τα… …
28Κω — η γεν. Κως, βλ. Κως …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
29διαπεπερακώς — διαπεπερᾱκώς , διαπεράω go over perf part act masc nom/voc sg (attic) διαπεπερᾱκώς , διαπεράω go over perf part act masc nom/voc sg (doric aeolic) …
30πεπειρακώς — πεπειρᾱκώς , πειράω attempt perf part act masc nom/voc sg (attic) πεπειρᾱκώς , πειράω attempt perf part act masc nom/voc sg (doric aeolic) πειράζω make proof perf part act masc nom/voc sg …