κόρη

  • 111Χαλκιόπη — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του βασιλιά της Κολχίδας Αιήτη, την οποία παντρεύτηκε ο Φρίξος και απέκτησαν 4 γιους, τον Άργο, τον Μέλανα, τον Φρόντιδα και τον Κυτίσωρο. Σύμφωνα με μια παράδοση τους έστειλε η μητέρα τους, κρυφά από τον… …

    Dictionary of Greek

  • 112Греческий язык — Самоназвание: Ελληνικά [e̞ˌliniˈka] Страны: Греция …

    Википедия

  • 113Ma Fille la socialiste — Données clés Titre original Η κόρη μου η σοσιαλίστρια (I kori mou i sosialistria) Réalisation Alékos Sakellários Scénario Alékos Sakellários Acteurs principaux …

    Wikipédia en Français

  • 114Ολυμπιάς — I Όνομα δύο βασιλισσών της Μακεδονίας. 1. Σύζυγος του Φίλιππου B’ της Μακεδονίας και μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. (375 316 π.Χ.). Ήταν κόρη του βασιλιά της Ηπείρου Νεοπτόλεμου. Το αρχικό της όνομα φαίνεται πως ήταν Μυρτάλη. Μπορεί να ονομάστηκε …

    Dictionary of Greek

  • 115Σίβυλλα — I Βασίλισσα της Ιερουσαλήμ. Έζησε το 12o αι. μ.Χ. Κόρη του βασιλιά της Ιερουσαλήμ Αμαλάριχου A’, παντρεύτηκε αρχικά το Γουλιέλμο Μομφερατικό, μετά το θάνατο του οποίου, παντρεύτηκε το δυνάστη Γουίδονα Λουζινιάν της Κύπρου, τον οποίο ανακήρυξε… …

    Dictionary of Greek

  • 116Φαίακες — Μυθικός λαός στη χώρα του οποίου έφτασε ο Οδυσσέας κατά τη διάρκεια των περιπλανήσεών του. Οι Φ. αρχικά έμεναν στην Υπέρεια, έπειτα όμως τους έδιωξαν οι Κύκλωπες και πήγαν στη Σχερία, όπου και έζησαν ευτυχισμένοι με τον βασιλιά τους Ναυσίθοο, γιο …

    Dictionary of Greek

  • 117Φοίβη — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. Με το όνομα αυτό αναφέρονται η κόρη του Ουρανού και μητέρα της Λητώς, η κόρη του Λεύκιππου, ιέρεια της Αθηνάς, που την απήγαγε ο Διόσκουρος Πολυδεύκης, η κόρη του Τυνδάρεω και αδελφή της Κλυταιμνήστρας και της Ελένης …

    Dictionary of Greek

  • 118έναλος — Μυθολογικό πρόσωπο, ήρωας της Λέσβου. Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, οι Πενθιλίδες, πρώτοι άποικοι της Λέσβου, είχαν λάβει χρησμό ότι, για να επιτύχει ο αποικισμός τους έπρεπε, όταν θα συναντούσαν έναν ύφαλο που λεγόταν Μεσόγειος, να… …

    Dictionary of Greek

  • 119ήβη — I Αρχαιοελληνική θεότητα. Ήταν κόρη του Δία και της Ήρας. Σύμφωνα με τον μύθο, οι Αθάνατοι την πάντρεψαν με τον Ηρακλή μετά την αποθέωσή του. Προσωποποίηση της νεότητας, είχε τα καθήκοντα της οινοχόου των θεών και ιδιαίτερης θεραπαινίδας της Ήρας …

    Dictionary of Greek

  • 120αγλαΐα — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Μία από τις τρεις Χάριτες, κόρη του Δία και της Ευρυνόμης, προσωποποίηση της ευθυμίας. Κατά τον Ησίοδο ήταν η νεότερη από τις τρεις Χάριτες και σύζυγος του Ηφαίστου. 2. Σύζυγος του Αμυθάονα, από τον οποίο γέννησε… …

    Dictionary of Greek