κοῦφα

  • 21TUMULUS — a tumore et mole terrae, Funger. pro Sepulchro, frequens. Antiquitus enim locum sepulturae quisque sibi, antequam moreretur, eligebat, quem nigrô signabat lapide. Cum dein homo defunctus esset, super cadaver terra aggerebatur, Tumulusque fiebat:… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 22ισλαμισμός — Μονοθεϊστική θρησκεία την οποία ίδρυσε ο Μωάμεθ (570 632) κατά το πρώτο μισό του 7ου αι. μ.Χ. Από την ίδια ρίζα παράγεται και η λέξη μουσουλμάνος (μούσλιμ = αυτός που παραδίνεται στο θέλημα του Θεού και κατ’ επέκταση ο οπαδός του ι.). Ο ι.… …

    Dictionary of Greek

  • 23καμάρα — Ονομασία εννέα οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 560 μ., 287 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεγαλοπόλεως του νομού Αρκαδίας. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νομού, 59 χλμ. ΝΔ της Τρίπολης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Φαλαισίας. 2. Ημιορεινός οικισμός …

    Dictionary of Greek

  • 24κόφα — η (Μ κούφα) μεγάλο κοφίνι που χρησιμοποιείται κυρίως για μεταφορά φρούτων και καρπών νεοελλ. 1. το θωράκιο τών πλοίων 2. (υβριστικά για γυναίκες) πόρνη. [ΕΤΥΜΟΛ. < βεν. cofa] …

    Dictionary of Greek

  • 25μεφίτις — (Mephitis mephitis). Σαρκοφάγο θηλαστικό της οικογένειας των μουστελιδών. Η μ. έχει περίπου το μέγεθος μιας κατοικίδιας γάτας, με μικρό κεφάλι, μικρά αυτιά, κοντά πόδια και μακριά χνουδωτή ουρά· το μήκος της κυμαίνεται μεταξύ 60 80 εκ., μαζί με… …

    Dictionary of Greek

  • 26χθων — η / χθών, ονός, ΝΑ ως κύριο όν. η Χθων μυθ. προσωποποιημένη θεότητα τής γης, που ταυτίζεται με τη Γαία και την οποία θεωρούσαν μητέρα τών Τιτάνων, τών Σειρήνων, τών Γιγάντων και τού Τυφώνος αρχ. 1. η γη, το έδαφος, το χώμα (α. «χθονὶ γυῑα… …

    Dictionary of Greek

  • 27Αμπού Νουάς — (Αλ Αχβάζ, Περσία 747 – Βαγδάτη, περ. 815). Άραβας ποιητής, από τους μεγαλύτερους της εποχής του. Το αληθινό όνομά του ήταν Αλ Χασάν ιμπν Χάνι αλ Χακάμι. Ο πατέρας του καταγόταν από την Περσία και η μητέρα του από τη Δαμασκό. Ο Α.Ν. πέρασε τα… …

    Dictionary of Greek

  • 28Δωδεκάνησα — Νησιωτικό σύμπλεγμα και νομός (2.663 τ. χλμ., 190.071 κάτ.) της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με πρωτεύουσα τη Ρόδο. Βρίσκονται στο νοτιοανατολικό τμήμα του Αιγαίου πελάγους. Εκτείνονται Ν της Σάμου και της Ικαρίας έως το Λιβυκό πέλαγος και Α των… …

    Dictionary of Greek

  • 29κουφικό αλφάβητο — Αραβικό αλφάβητο, που αναπτύχθηκε κυρίως στην πόλη Κούφα –απ’ όπου προέρχεται η ονομασία του–, έδρα των χαλίφηδων, το οποίο διατηρήθηκε έως τον 10o αι. Στην κουφική γραφή, κομψή και διακοσμητική, επικρατούσαν οι ευθείες γραμμές και οι οξείες… …

    Dictionary of Greek

  • 30κουφός, -ή — ό επίρρ. ά 1. αυτός που δεν ακούει. 2. η παροιμία «στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα» λέγεται για αναίσθητους ή πείσμονες που δε μεταβάλλουν γνώμη με κανένα τρόπο. 3. φρ., «στα κουφά», αθόρυβα …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)