κλαγγή
1κλαγγή — any sharp sound fem nom/voc sg (attic epic ionic) …
2κλαγγή — η (AM κλαγγή, Α δοτ. και κλαγγί) 1. οποιοσδήποτε οξύς και διαπεραστικός ήχος, κυρίως κραυγή ζώου ή κρωγμός πτηνού (α. «ὡσεὶ πτανοῖς κλαγγὰν ὄρνισιν», Ευρ. β. «Τυδεὺς δὲ μαργῶν καὶ μάχης λελιμμένος μεσημβριναῑς κλαγγαῑσιν ὡς δράκων βοᾷ», Αισχύλ.)… …
3κλαγγή — η ήχος που προκαλείται από τη σύγκρουση ξιφών και άλλων όπλων: Πρέπει να ήταν τρομερή η κλαγγή των όπλων, όταν δύο αντίπαλοι στρατοί στην αρχαιότητα συγκρούονταν …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
4κλαγγῇ — κλαγγάζω fut ind mid 2nd sg (doric) κλαγγάζω fut ind act 3rd sg (doric) κλαγγέω pres subj mp 2nd sg κλαγγέω pres ind mp 2nd sg κλαγγέω pres subj act 3rd sg κλαγγή any sharp sound fem dat sg (attic epic ionic) …
5κλάγγη — κλαγγέω pres imperat act 2nd sg (doric aeolic) κλαγγέω imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) …
6κλαγγαῖς — κλαγγή any sharp sound fem dat pl …
7κλαγγαῖσι — κλαγγή any sharp sound fem dat pl (epic ionic aeolic) …
8κλαγγαῖσιν — κλαγγή any sharp sound fem dat pl (epic ionic aeolic) …
9κλαγγαί — κλαγγή any sharp sound fem nom/voc pl …
10κλαγγήν — κλαγγή any sharp sound fem acc sg (attic epic ionic) …