καὶ ὁμιλίαι

  • 11Γιαννόπουλος, Ευάγγελος — (Μυγδαλιά Αρκαδίας 1918 –). Νομικός και πολιτικός. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω, καθώς επίσης ποινικολόγος, συνταγματολόγος, αστικολόγος και εκδότης της νομικής εφημερίδας… …

    Dictionary of Greek

  • 12ДИМИТРИЙ СОЛУНСКИЙ — († ок. 306), вмч. (пам. 26 окт.), один из наиболее чтимых святых в правосл. мире, покровитель г. Фессалоника (слав. Солунь). Греки именуют Д. С. Мироточцем (ὁ μυροβλύτης / μυροβλήτης), т. к. его мощи источали миро, а в визант. текстах… …

    Православная энциклопедия

  • 13ήθος — το (AM ἦθος) 1. το σύνολο τών ψυχικών ιδιοτήτων ενός ατόμου, ο χαρακτήρας του, η ψυχική του καλλιέργεια, το ηθικό επίπεδο στο οποίο βρίσκεται, ο ψυχικός του κόσμος 2. στον πληθ. τα ήθη ο τρόπος τής ζωής ατόμων ή λαών, τα έθιμα τους που απορρέουν… …

    Dictionary of Greek

  • 14Ελεβήχος ή Ελλεβίχος — (4ος αι. μ.Χ.). Βυζαντινός στρατηγός στην περίοδο της αυτοκρατορίας του Θεοδόσιου Α’ (379 395). Έγινε γνωστός από τα επαναστατικά γεγονότα του χειμώνα του 387 στην Αντιόχεια, στη διάρκεια των οποίων οι κάτοικοι της πόλης επαναστάτησαν εξαιτίας… …

    Dictionary of Greek

  • 15φίλτρο — (I) το / φίλτρον, ΝΜΑ μαγικό μέσο ή φάρμακο που χρησιμεύει για να εμπνέει, να διατηρεί, να διεγείρει ή να επαναφέρει τον έρωτα (α. «ερωτικό φίλτρο» β. «ἔστιν... φίλτρα μοι θελκτήρια ἔρωτος», Ευρ.) 2. ανατ. η υπορρινική αύλακα νεοελλ. φρ. «μητρικό …

    Dictionary of Greek

  • 16Καλλίνικος, Κωνσταντίνος — (Αλάτσατα Σμύρνης 1870 – 1940). Κληρικός, θεολόγος και συγγραφέας. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Υπηρέτησε ως ιεροκήρυκας και εφημέριος στη Σμύρνη και στην Κωνσταντινούπολη και από το 1904 ως προϊστάμενος της ελληνικής κοινότητας του… …

    Dictionary of Greek

  • 17ВИЗАНТИЙСКАЯ ИМПЕРИЯ. ЧАСТЬ IV — Изобразительное искусство является важнейшей по значению в христ. культуре и наиболее обширной по количеству сохранившихся памятников частью художественного наследия В. и. Хронология развития визант. искусства не вполне совпадает с хронологией… …

    Православная энциклопедия

  • 18Λαούρδας, Βασίλειος — (1912 – 1970). Φιλόλογος και πανεπιστημιακός. Δίδαξε σε διάφορα πανεπιστήμια του εξωτερικού και διετέλεσε διευθυντής του Ιδρύματος Μελετών της χερσονήσου του Αίμου (IMXA) και της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Πήρε μέρος σε πολλά διεθνή συνέδρια… …

    Dictionary of Greek

  • 19Ψευδοκλημέντια — Oνομασία που δόθηκε από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς σε κείμενο ιουδαΐζουσας αίρεσης του 3ου αι. Τα ψ. διασώθηκαν έως τις μέρες μας σε 2 εκδόσεις, ανεξάρτητες μεταξύ τους, από τις οποίες η μία στην ελληνική με τον τίτλο Ομιλίαι η δε άλλη στη… …

    Dictionary of Greek

  • 20ЭПИКТЕТ — (Epictetus букв. «Прикупленный»: вероятно, рабская кличка) (ок. 50 после 120) крупный представитель позднего стоицизма. В юности Э. был рабом, получив свободу, жил в бедности; в 89 вместе с др. философами был выслан из Рима и поселился в Никополе …

    Философская энциклопедия