καὶ γνώμων
1γνώμων — (Αστρον.).Αστερισμός στο νότιο ημισφαίριο του ουρανού. Είναι κυρίως γνωστός με την ονομασία Νόρμα. Βρίσκεται ανάμεσα στους αστερισμούς Σκορπιό, Θήριο, Διαβήτη, Νότιο Τρίγωνο και Βωμό και αποτελείται από 27 αστέρια που διακρίνονται με γυμνό μάτι.… …
2παροιμία — Απόφθεγμα σύντομο και συχνά πνευματώδες, με αρχαία παράδοση και μεγάλη διάδοση, το οποίο, με μορφή καμιά φορά μεταφορική, εκφράζει μια ηθική παραίνεση ή μια σκέψη ή έναν κανόνα, καταστάλαγμα όλα της πείρας. Η συντομία, η δηκτικότητα, ο… …
3Vies, Doctrines et sentences des philosophes illustres — Première page de l édition de 1594, traduction de Thomas Aldobrandini Vies, doctrines et sentences des philosophes illustres (titre parfois abrégé en Vies des philosophes) est un ouvrage de Diogène Laërce et l une des seules traces de nombreux… …
4Vies, doctrines et sentences des philosophes illustres — Première page de l édition de 1594, traduction de Thomas Aldobrandini Vies, doctrines et sentences des philosophes illustres (titre parfois abrégé en Vies des philosophes) est un ouvrage de Diogène Laërce et l une des seules traces de nombreux… …
5Vies et doctrines des philosophes illustres — Vies, doctrines et sentences des philosophes illustres Première page de l édition de 1594, traduction de Thomas Aldobrandini Vies, doctrines et sentences des philosophes illustres (titre parfois abrégé en Vies des philosophes) est un ouvrage de… …
6γιγνώσκω — και γινώσκω (AM γιγνώσκω και γινώσκω) 1. φρ. «γνῶθι σ’ αὐτόν» γνώρισε, μάθε τον εαυτό σου 2. (μτχ. παθ. παρακμ.) εγνωσμένος, η, ο γνωστός, αποδεκτός νεοελλ. (με αρθρ. ως ουσ.) «το γνώθι σ’ αυτόν» η αυτογνωσία, η αυτεπίγνωση μσν. είμαι… …
7νομισματογνώμων — και νομισματογνώμονας, ο 1. ειδικός στα νομίσματα και στα μετάλλια 2. υπάλληλος τού νομισματικού μουσείου. [ΕΤΥΜΟΛ. < νόμισμα, ατος + γνώμων (< γιγνώσκω), πρβλ. εμπειρο γνώμων. Η λ. μαρτυρείται από το 1867 στους Ελληνικούς Κώδικες] …
8συγγνώμων — και αττ. τ. ξυγγνώμων, ύγγνωμον, Α 1. αυτός που έχει την ίδια γνώμη, που συμφωνεί με κάποιον («νῡν δὲ τῆς ἀνάγκης ἔχειν συγγνώμονα τὸν Λυκοῡργον», Πλούτ.) 2. αυτός που γνωρίζει κάτι μαζί με άλλον 3. πρόθυμος στο να συγχωρεί, επιεικής 4. (με παθ.… …
9δίκαιο — Ο όρος δ. είναι ιδιαίτερα ευρύς και χρησιμοποιείται με περισσότερες από μία σημασίες. Γενικά ο όρος δ. χρησιμοποιείται για να προσδώσει την έννοια του ορθού και του πρέποντος σε πράξεις και σε συμπεριφορές.Ως στενός νομικός όρος υπέστη εκτεταμένη …
10λειπογνώμων — και λιπογνώμων, ον (Α) (για ζώα, ιδίως για υποζύγια) αυτός που τού λείπουν τα δόντια, από τα οποία φαίνεται η ηλικία του, γέρικος. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. λειπ τού λείπω + γνώμων (< γνώμων), πρβλ. ολιγο γνώμων, ορθο γνώμων. Ο τ. λιπογνώμων < θ.… …