κατεργασίας

  • 121Βερμόντ — (Vermont). Πολιτεία (24.887 τ. χλμ., 613.090 κάτ. το 2001) του βορειοανατολικού τμήματος των ΗΠΑ. Συνορεύει με τον Καναδά στα Β, και με τις πολιτείες του Νιου Χαμσάιρ στα Α, της Μασαχουσέτης στα Ν και της Νέας Υόρκης στα Δ. Πρωτεύουσα της… …

    Dictionary of Greek

  • 122Βίλνιους — (ρωσ. Vilna, πολων. Wilnο). Πόλη (553.000 κάτ. το 2001) και πρωτεύουσα της Λιθουανίας. Είναι χτισμένη εκατέρωθεν του ποταμού Βίλιγια. Ιδρύθηκε τον 10o αι. σε μια περιοχή κατοικημένη από Λευκορώσους και το 1323 έγινε πρωτεύουσα του μεγάλου… …

    Dictionary of Greek

  • 123βρετανικό μέταλλο — (britannia metal). Κράμα κασσίτερου και μολύβδου (συνήθως ένα μέρος μολύβδου με δέκα κασσίτερου). Ήταν γνωστό στην αρχαιότητα, αλλά μόνο μετά τον 15ο αι. άρχισαν να κατασκευάζονται –εκτός από τα κοινά μαγειρικά ή επιτραπέζια σκεύη– και… …

    Dictionary of Greek

  • 124Βρυξέλλες — (γαλλ. Bruxelles, φλαμανδ. Brussel). Πόλη (959.318 κάτ. το 2000) και πρωτεύουσα του Βελγίου. Οι Β., σύμφωνα με την πρόσφατη (1995) διοικητική ανακατανομή του Βελγίου, αποτελούν αυτόνομη περιφέρεια της ομοσπονδίας της χώρας, αν και τυπικά ανήκουν… …

    Dictionary of Greek

  • 125Γκαμπόν — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκαμπόν Έκταση: 267.667 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.308.500 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Λιμπρεβίλ (541.000 κάτ. το 2002)Κράτος της βορειοδυτικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Ισημερινή Γουινέα και το Καμερούν, Α και Ν με τη… …

    Dictionary of Greek

  • 126Γκονθάλεθ, Χούλιο — (Julio Gonzalez, 1876 – 1942). Ισπανός γλύπτης. Διδάχθηκε την τέχνη της κατεργασίας των μετάλλων στο εργαστήρι του πατέρα του, που ήταν χρυσοχόος. Το 1900 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και ασχολήθηκε με σχεδιαγράμματα και κρητιδογραφήματα (παστέλ),… …

    Dictionary of Greek

  • 127Γκουανταλαχάρα — I (Guadalajara).Πόλη (1.659.400 κάτ. το 2002) του Μεξικού και πρωτεύουσα της πολιτείας Χαλίσκο (Jalisco, 80.137 τ. χλμ., 6.321.278 κάτ. το 2000). Είναι χτισμένη στα αριστερά του ποταμού Ρίο Γκράντε, σε εύφορη πεδιάδα στα βόρεια της λίμνης Τσαπάλα …

    Dictionary of Greek

  • 128Γκρόντνο — Πόλη (308.900 κάτ. το 1999) της Λευκορωσίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης περιοχής. Είναι χτισμένη και στις δύο όχθες του ποταμού Νέμαν. Η πόλη αναφέρεται για πρώτη φορά το 1183. Το 1376 την κατέλαβε ο Λιθουανός πρίγκιπας Βίτοφτ και το 1569 οι Πολωνοί …

    Dictionary of Greek