κάρκινος
1Καρκίνος — crab masc nom sg …
2καρκίνος — crab masc nom sg …
3καρκίνος — Αχαλίνωτη ανάπτυξη και επέκταση ανώμαλων κυττάρων η οποία μπορεί να εμπλέκει κάθε ιστό και όργανο του σώματος. Χαρακτηριστικό του κ. είναι η τάση να εξαπλώνεται κατά συνέχεια ιστού και αιματογενώς ή λεμφογενώς δίνοντας απομακρυσμένες μεταστάσεις· …
4καρκίνος — ο 1. κάβουρας: Βαδίζει σαν καρκίνος. 2. κακοήθης όγκος: Τον έστειλαν στην Αμερική για να θεραπευτεί από τον καρκίνο …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
5Ἐν γὰρ ἀμηχανίῃ καὶ Καρκίνος ἔμμορε τιμῆς. — Ἐν γὰρ ἀμηχανίῃ καὶ Κ(κ)αρκίνος ἔμμορε τιμῆς. См. На безрыбьи и рак рыба …
Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
6καρκίνω — καρκίνος crab masc nom/voc/acc dual καρκίνος crab masc gen sg (doric aeolic) καρκίνος crab neut nom/voc/acc dual καρκίνος crab neut gen sg (doric aeolic) καρκινόω make crab like pres imperat act 2nd sg (doric aeolic) καρκινόω make crab like… …
7καρκίνοιο — καρκίνος crab masc gen sg (epic) καρκίνος crab neut gen sg (epic) …
8καρκίνοις — καρκίνος crab masc dat pl καρκίνος crab neut dat pl …
9καρκίνοισι — καρκίνος crab masc dat pl (epic ionic aeolic) καρκίνος crab neut dat pl (epic ionic aeolic) …
10καρκίνον — καρκίνος crab masc acc sg καρκίνος crab neut nom/voc/acc sg …