ιταλία

  • 121Ετρούσκοι — Αρχαίος λαός της Ιταλικής χερσονήσου. Οι Ε. υπήρξαν ο σημαντικότερος από τους λαούς που έζησαν στην Ιταλία πριν από τους Ρωμαίους και ο οποίος κατόρθωσε να επικρατήσει σε ένα μεγάλο μέρος της χερσονήσου και να δώσει δείγματα υψηλού πολιτισμού. Οι …

    Dictionary of Greek

  • 122Ευρωπαϊκή Ένωση — (ΕΕ).Ευρωπαϊκός υπερεθνικός οργανισμός. Στόχος του είναι η οικονομική ολοκλήρωση και η πολιτική συνεργασία των μελών του. Αποτελεί το διάδοχο σχήμα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που η ιστορία της ξεκινά με την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας… …

    Dictionary of Greek

  • 123Ζαμπέλιος — Επώνυμο οικογένειας συγγραφέων και λογίων, από τη Λευκάδα. 1. Γεώργιος (18oς αι.). Έγραψε την Ακολουθία των αγίων ενδόξων μεγάλων μαρτύρων Μηνά, Βίκτωρος και Βικεντίου. 2. Ιωάννης (Λευκάδα 1787 – Κέρκυρα 1856). Δραματικός ποιητής. Σπούδασε νομικά …

    Dictionary of Greek

  • 124Θεοβέρτος ή Θεοδεβέρτος — (ThibertTheodebert). Όνομα Φράγκων βασιλιάδων της Αυστρασίας. 1. Θ. Α’ (495 ή 505 – 547; μ.Χ.). Βασιλιάς της Αυστρασίας (533; 547;). Ήταν γιος του Θεοδώριχου Α’ και εγγονός του Φράγκου βασιλιά Κλόβη Α’. Διακρίθηκε ως στρατιωτικός ηγέτης, πριν… …

    Dictionary of Greek

  • 125Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… …

    Dictionary of Greek

  • 126Ιωάννης — I (Juan).Όνομα δύο βασιλιάδων της Αραγονίας. 1. I. A’ (1350 – 1395). Βασιλιάς της Αραγονίας (1387 95). Ήταν γιος του Πέτρου Δ’, που άφησε τη διακυβέρνηση του κράτους του στη σύζυγό του, Γιολάνδη. Ο Ι. Α’ προστάτευσε τις τέχνες και τα γράμματα,… …

    Dictionary of Greek

  • 127Καζαντζάκης, Νίκος — (Ηράκλειο Κρήτης 1883 – Φράιμπουργκ Γερμανίας 1957).Λογοτέχνης, μεταφραστής και στοχαστής. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα (1902 6) και φιλοσοφία στο Παρίσι (1907 9). Την περίοδο 1914 15, μαζί με τον Άγγελο Σικελιανό, περιηγήθηκε τους τόπους της… …

    Dictionary of Greek

  • 128Κινέας ο Θεσσαλός — (τέλη 4ου – αρχές 3ου αι. π.Χ.). Πολιτικός και ρήτορας. Ήταν σύμβουλος του βασιλιά της Ηπείρου Πύρρου. Παρά τις προσπάθειές του ο Κ. δεν κατόρθωσε να αποτρέψει τον Πύρρο από την εκστρατεία στην Ιταλία. Τον ακολούθησε ως πολιτικός σύμβουλος σε… …

    Dictionary of Greek