θοινᾶται

  • 1θοινᾶται — θοινάω feast on pres subj mp 3rd sg θοινάω feast on pres ind mp 3rd sg θοινάζω fut ind mid 3rd sg …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 2θοινᾶθ' — θοινᾶτε , θοινάω feast on pres imperat act 2nd pl θοινᾶτε , θοινάω feast on pres subj act 2nd pl θοινᾶτε , θοινάω feast on pres ind act 2nd pl θοινᾶται , θοινάω feast on pres subj mp 3rd sg θοινᾶται , θοινάω feast on pres ind mp 3rd sg θοινᾶτο ,… …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 3θοίνη — θοίνη, δωρ. τ. θοίνα και μτγν. θοῑνα ἡ (Α) 1. συμπόσιο, ευωχία, γεύμα, δείπνο 2. μτφ. διασκέδαση, τέρψη 3. τροφή, φαγητό («θοίναν πτανοῑς» τροφή για πτηνά, Ευρ.) 4. διάβρωση, φάγωμα («θοίνη τῶν σαρκῶν», Πορφ.) 5. φρ. α) «ἐκ θοίνης» μετά το γεύμα… …

    Dictionary of Greek

  • 4θοινώ — θοινῶ, άω (Α) [θοίνη] 1. (ενεργ. και μέσ.) τρώγω, κατατρώγω 2. παρέχω συμπόσιο, παραθέτω γεύμα, φιλεύω κάποιον 3. μέσ. (για πληγή) θοινῶμαι κατατρώγω, διαβιβρώσκω («σάρκα θοινᾱται», Ευρ.) 4. (παθ). τρώγομαι σε ευωχία, θυσιάζομαι …

    Dictionary of Greek