η πτήση

  • 21δορυφόρος — I (Αστρον.). Κάθε ουράνιο σώμα που περιφέρεται γύρω από έναν πλανήτη και υπακούει στους ίδιους νόμους της ουράνιας μηχανικής που ρυθμίζουν την κίνηση των πλανητών. Τους νόμους αυτούς προσδιόρισε o Γερμανός αστρονόμος Γιοχάνες Κέπλερ. Εξαιτίας… …

    Dictionary of Greek

  • 22επαναπτήσιμος — ἐπαναπτήσιμος, ον (Α) ο έτοιμος για πτήση. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ανά + πτήση + κατάλ. ιμος] …

    Dictionary of Greek

  • 23μηλολόνθη — (melolontha melolontha). Έντομο της οικογένειας των Σκαραβαιιδών, της τάξης των κολεοπτέρων. Έχει μήκος 3 περίπου εκ., χρώμα κοκκινωπό καστανό στα ανώτερα μέρη και μαυριδερό στα κατώτερα· στα πλευρά κάθε κοιλιακού τμήματος υπάρχει μια τριγωνική,… …

    Dictionary of Greek

  • 24πεταλούδα — I Ακμαίο στάδιο των λεπιδόπτερων. Είναι έντομο με μικρό κεφάλι, αλλά ιδιαίτερα αναπτυγμένο κατά την έννοια του πλάτους τα πλευρικά μάτια είναι σύνθετα, μεγάλα και αποτελούνται από πολυάριθμα ομματίδια ή απλά μάτια (μέχρι 27.000 στη σφίγγα του… …

    Dictionary of Greek

  • 25στεγανόποδα — Ομάδα πουλιών, που παλιότερα αποτελούσε ιδιαίτερη τάξη, αλλά σήμερα έχει κατανεμηθεί σε πολλές άλλες, γιατί πολλά από τα πουλιά που την αποτελούν διαφέρουν μεταξύ τους σε σημαντικά χαρακτηριστικά. Τα σ. έχουν στα κάτω άκρα ένα είδος παλάμης: τα… …

    Dictionary of Greek

  • 26στρουθοκάμηλος — (struthio camelus). Δρομεύς της οικογένειας των Στρουθιονιδών, της τάξης των στρουθιονόμορφων, της οποίας αποτελεί το μοναδικό είδος. Συγγενής με τους μεγάλους δρομείς του τριτογενούς, η σ. είναι το μεγαλύτερο σημερινό πτηνό, και έχει ύψος 2 2,50 …

    Dictionary of Greek

  • 27Γκαγκάριν, Γιούρι Αλεξέγεβιτς — (Yury Alekseyevich Gagarin, Γκζατσκ1934 – 1968). Σοβιετικός κοσμοναύτης. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που πραγματοποίησε διαστημική πτήση (1961). Σπούδασε αρχικά τεχνικός μεταλλουργίας, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα στην αεροπορική λέσχη του… …

    Dictionary of Greek

  • 28Γκλεν, Τζον — I (John Glenn, Κέιμπριτζ, Οχάιο 1921 –). Αμερικανός αστροναύτης. Πραγματοποίησε την πρώτη αμερικανική πτήση σε τροχιά γύρω από τη Γη στις 20 Φεβρουαρίου 1962, με τον θαλαμίσκο Friendship 7, ξεκινώντας από το ακρωτήριο Κανάβεραλ και κατά την… …

    Dictionary of Greek

  • 29Έλσγουορθ, Λίνκολν — (Linkoln Ellsworth, Σικάγο 1880 – Νέα Υόρκη 1951). Αμερικανός εξερευνητής. Σπούδασε στα πανεπιστήμια Γέιλ και Κολούμπια και το 1909, ως μηχανικός μεταλλείων, διεξήγαγε έρευνες για την ανακάλυψη χρυσοφόρων κοιτασμάτων στην Αλάσκα. Στα χρόνια που… …

    Dictionary of Greek

  • 30έντομα — Ζώα ασπόνδυλα που αποτελούν ομοταξία των αρθροπόδων. Περίπου από το ένα εκατομμύριο ζωικών ειδών, που είναι σήμερα γνωστά και έχουν ταξινομηθεί, γύρω στα 750.000 είναι έ., από τα οποία τα 300.000 είναι κολεόπτερα και τα 150.000 λεπιδόπτερα. Το… …

    Dictionary of Greek