η προβολή (

  • 111καμπάνια — I Μακεδονικό βαθύπεδο στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, μεταξύ των πόλεων της Βέροιας, της Νάουσας και της Έδεσσας, γνωστό και με την ονομασία πεδιάδα της Θεσσαλονίκης. Έχει μήκος 70 χλμ. και πλάτος 55 χλμ. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη προσχωσιγενή… …

    Dictionary of Greek

  • 112καμπαναριό — Πυργίσκος εκκλησίας, στην οροφή του οποίου είναι κρεμασμένη/ες η/οι καμπάνα/ες· κωδωνοστάσιο. Ως αρχική μορφή το κ. πιθανολογείται ότι αποτελεί τη συνέχεια των αμυντικών ρωμαϊκών πύργων· ωστόσο, με την πάροδο των αιώνων απέκτησε διαφορετική… …

    Dictionary of Greek

  • 113κατσιά — Είδος έμμετρης ποιητικής και μουσικής σύνθεσης. Το ποιητικό είδος της κ. εμφανίστηκε πρώτη φορά στη Γαλλία τον 13ο αι., αλλά άνθησε ιδιαίτερα στην Ιταλία στα τέλη του 14ου και κατά τον 15o αι. με τα έργα των Τοσκανών ποιητών, ανάμεσα στους… …

    Dictionary of Greek

  • 114κινηματοθέατρο — το αίθουσα διαμορφωμένη και εξοπλισμένη κατά τρόπο που να επιτρέπει τόσο τη διενέργεια θεατρικών παραστάσεων όσο και, εκ περιτροπής, την προβολή κινηματογραφικών ταινιών …

    Dictionary of Greek

  • 115κινώ — (I) κινώ, οῡς, ἡ (Α) (δωρ. τ.) κίνηση*. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κιν (τού κινῶ) + επίθυμα ώ / οῦς (πρβλ. ηχ ώ, πειθ ώ)]. (II) και κουνώ (AM κινῶ, έω, Μ και κουνῶ) 1. κάνω κάτι να τεθεί σε κίνηση ή σε λειτουργία ή σαλεύω κάτι (α. «η μηχανή κινείται με… …

    Dictionary of Greek

  • 116κιτρινισμός — ο η εντυπωσιακή, λ.χ. με πηχιαίους τίτλους, με πολύχρωμα σκίτσα και με πολλές φωτογραφίες, προβολή μακάβριων θεμάτων και ο σκόπιμα ωμός και προκλητικός τρόπος δημοσίευσης σκανδάλων, κυρίως σεξουαλικών, από ένα έντυπο, με σκοπό την προσέλκυση… …

    Dictionary of Greek

  • 117κυστόλιθος — ο βοτ. μεγάλη ενδοκυτταρική δομή που σχηματίζεται από διακλαδισμένη προβολή τού τοιχώματος στον εσωτερικό χώρο τού κυττάρου στην οποία αποτίθεται ανθρακικό ασβέστιο. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. cystolith < cyst(o) (πρβλ. κυστε[ο] ) +… …

    Dictionary of Greek

  • 118λαϊκισμός — ο πολιτική στάση και πρακτική που απευθύνεται κυρίως προς το «θυμοειδές» τών ανθρώπων και που, με την υπόθαλψη επιθυμιών και πόθων, με την προβολή «χαρισματικών» ηγετών, ουτοπικών οραμάτων και ανεφάρμοστων προγραμμάτων, καθώς και με την… …

    Dictionary of Greek

  • 119λημνίσκος — Η καμπύλη που χαρακτηρίζεται από το ότι το γινόμενο των αποστάσεων κάθε σημείου της από δύο ορισμένα σταθερά σημεία είναι επίσης σταθερό. Έστω xΟy ένα ορθοκανονικό σύστημα αναφοράς στο επίπεδο και δύο σταθερά σημεία του, τα F1 = ( α, 0), F2 = (α …

    Dictionary of Greek

  • 120μίκι-μάους — το (άκλιτο) 1. έξυπνος μικρός ποντικός που επινοήθηκε και σχεδιάστηκε από τον Αμερικανό κινηματογραφιστή Γουώλτ Ντίσνεϋ και χρησιμοποιήθηκε σε σειρά κινούμενων σχεδίων μικρού μήκους 2. (κατ επέκτ.) κάθε κινηματογραφική προβολή ή ταινία με… …

    Dictionary of Greek