η μαλακά

  • 121μαγνητοεγκεφαλογραφία — Ακτινολογική απεικονιστική μέθοδος που βασίζεται στην αρχή της μαγνητικής αντήχησης του πυρήνα του ατόμου (nuclear magnetic resonance). Αν και οι βασικές μελέτες στον τομέα αυτό χρονολογούνται από τις αρχές του 20ού αι., η μ. πρωτοεμφανίστηκε τη… …

    Dictionary of Greek

  • 122Μαλαίοι — Λαός που ζει κατά το μεγαλύτερο μέρος στη χερσόνησο της Μαλάκα και στις παράκτιες περιοχές των νησιών Βόρνεο, Σουμάτρα, Ιάβα, Μπαλί και Λόμποκ· άλλες παράκτιες ζώνες της Ινδονησίας και των Φιλιππίνων έχουν αναμειχθεί με τους ντόπιους κατοίκους.… …

    Dictionary of Greek

  • 123μάργαρο ή σεντέφι — Προϊόν έκκρισης του μανδύα διάφορων μαλακίων (θαλάσσιων ή των γλυκών νερών), το οποίο και αποτελεί το εσωτερικό στρώμα του οστράκου τους. Το μ. απαρτίζεται από λεπτά διαδοχικά στρώματα μιας οργανικής ουσίας με την ονομασία κογχυολίνη, στην οποία… …

    Dictionary of Greek

  • 124Πήλιο — I Βουνό της ανατολικής Θεσσαλίας, που αρχίζει από το ακρωτήριο Δερματά και με νοτιοανατολική διεύθυνση απολήγει στο ακρωτήριο Τραχήλι, στον Παγασητικό κόλπο, σχηματίζοντας τη χερσόνησο της Μαγνησίας. Ψηλότερη κορυφή του είναι το Πλιασίδι (1.551 μ …

    Dictionary of Greek

  • 125προσθετικές ουσίες ή πρόσθετα υλικά — Χημικές ουσίες που προστίθενται σε μικρές ποσότητες για να βελτιώσουν τα χαρακτηριστικά μερικών προϊόντων. Η προσθήκη διαφέρει από τη νοθεία εφόσον γίνεται σύμφωνα με τις ειδικές νομικές διατάξεις. Οι π.ο. είναι ποικίλης φύσης και… …

    Dictionary of Greek

  • 126Σαμόα — Συκρότημα νησιών της Ωκεανίας στο Νότιο Ειρηνικό Ωκεανό.Tο κράτος των Δυτικών Σαμόα (οι Aνατολικές ανήκουν στις Hνωμένες Πολιτείες) έχει επιφάνεια 2.944 τ.χλμ. O πληθυσμός είναι περίπου 178. 631 και από όλες τις μικρές αποικίες της Ωκεανίας είναι …

    Dictionary of Greek

  • 127Σάμου, νομός — Διοικητική διαίρεση των νησιών του Αιγαίου. Έχει έκταση 778 τ. χλμ. και πληθυσμό 41 965 κάτ. Πρωτεύουσα του νομού είναι η πόλη Σάμος (5824 κάτ.). Ο ν. Σ. είναι ένας από τους πέντε νομούς του Αιγαίου πελάγους μεταξύ του νησιού και νομού Χίου στο Β …

    Dictionary of Greek

  • 128τυφλοπόντικας — (talpa Europaea). Θηλαστικό της οικογένειας των ασπαλακιδών, της τάξης των εντομοφάγων. Έχει μήκος 11 15 εκ. χωρίς την ουρά. Το κεφάλι του δεν είναι μεγάλο, στερείται σχεδόν λαιμού, και το ρύγχος του είναι μυτερό. Έχει 44 δόντια δυνατά και… …

    Dictionary of Greek