η ζάχαρη

  • 121παντεσπάνι — το είδος γλυκίσματος που παρασκευάζεται κυρίως με αλεύρι, αβγά και ζάχαρη. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. pan di Spagna «ψωμί τής Ισπανίας»] …

    Dictionary of Greek

  • 122πελτές — και μπελντές, ο 1. συμπυκνωμένος πολτός ντομάτας ο οποίος περιέχει αλάτι, συντηρητικά και άλλες ουσίες που εμποδίζουν την αλλοίωσή του για μεγάλο χρονικό διάστημα και χρησιμοποιείται στην μαγειρική αντί για φρέσκια ντομάτα 2. γλύκισμα από χυμό… …

    Dictionary of Greek

  • 123πλασήμπο — το, Ν (φαρμ.) διεθνής όρος που χρησιμοποιείται για να υποδείξει κάθε φάρμακο στο οποίο το ενεργό συστατικό αντικαταστάθηκε από ένα ανενεργό, όπως λ.χ. είναι η ζάχαρη. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. placebo < λατ. placebo, μέλλ. τού placeo «αρέσω,… …

    Dictionary of Greek

  • 124ποντς — και πόντσι και πόνσι και πούντσι και πουντς και παντς, το, Ν είδος αλκοολούχου ποτού το οποίο παρασκευάζεται συν. από πέντε συστατικά, κρασί, χυμό πορτοκαλιού, σόδα, ζάχαρη και κομμάτια φρούτων. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. punch, πιθ. < αρχ. ινδ.… …

    Dictionary of Greek

  • 125πουτίγγα — και πουντίγγ και πουδίγγα, η, Ν είδος γλυκίσματος που παρασκευάζεται κυρίως από αλεύρι, αβγά, ζάχαρη και σταφίδες και γενικά κάθε έδεσμα με σχετικά μαλακή και ομογενή υφή. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. pudding] …

    Dictionary of Greek

  • 126πούρο — Τσιγάρο χωρίς τσιγαρόχαρτο. Aποτελείται από περιτυλιγμένα φύλλα καπνού, σε κυλινδρικό σχήμα, που καταλήγει σε κωνοειδή άκρα. Η ποιότητα του π. εξαρτάται κυρίως από το φύλλο που αποτελεί το περικάλυμμα και που διαποτίζει όλο το π. με το άρωμά του …

    Dictionary of Greek

  • 127ραβανί — και ρεβανί, το, Ν άκλ. είδος γλυκίσματος από αλεύρι, βούτυρο, αβγά και ζάχαρη το οποίο ψήνεται στο φούρνο. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. revani] …

    Dictionary of Greek

  • 128ραφινάδα — η, Ν η ημικατεργασμένη ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο ή τεύτλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ραφινέ + κατάλ. άδα] …

    Dictionary of Greek