η επευφημία
1επευφημία — η η ζωηρή επιδοκιμασία με φωνές. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1873 στον Παν. Α. Καββαδία] …
2επευφημία — η εκδήλωση επιδοκιμασίας ή αφοσίωσης με κραυγές και κάθε είδους αναφωνήσεις, ζητωκραυγή …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
3θρίαμβος — I Δημόσια πανηγυρική τελετή που πραγματοποιούσαν οι νικητές στρατηγοί στην αρχαία Ρώμη. O θ. οργανωνόταν μόνο ύστερα από αίτηση του στρατηγού δικτάτορα, ύπατου, ανθύπατου ή πραίτορα και με άδεια της Συγκλήτου. Περιλάμβανε μια μεγάλη πομπή, η… …
4τήνελλα — και τήνεβλα Α 1. λέξη που σχηματίστηκε για μίμηση ήχου τής χορδής κιθάρας ως επευφημία προς τον Ηρακλή («τήνελλα, ὦ καλλίνικε, χαῑρε», Αρχίλ.) 2. φρ. «τήνελλα, καλλίνικε» (ως επευφημία προς τους νικητές αγώνων) εύγε, μπράβο …
5ανάκληση — Νέα πρόσκληση κάποιου· επαναφορά ενός προσώπου στη θέση του. Στη θεατρική ορολογία, α. λέγεται το έντονο χειροκρότημα των θεατών στο τέλος θεατρικής παράστασης, που καλεί στην επανεμφάνιση πάνω στη σκηνή ενός ηθοποιού ή του θιάσου ή του συγγραφέα …
6αναφώνημα — ἀναφώνημα, το (AM) αρχ. χαιρετισμός, επευφημία μσν. το τραγούδι …
7εκφώνηση — η (AM ἐκφώνησις) εκκλ. ἐκφωνήσεις ύμνοι που εκφωνούνται στο τέλος μιας δεήσεως από τον αρχιερέα ή τον ιερέα στη διάρκεια τής λειτουργίας νεοελλ. 1. απαγγελία ή αναγγελία που γίνεται μεγαλόφωνα φρ. «εκφώνηση τών θεμάτων τών εξετάσεων» 2. (νομ.)… …
8επευφήμηση — η η επευφημία …
9επευφημισμός — ο (Μ ἐπευφημισμός) [επευφημώ] η επευφημία …
10επιβόησις — ἐπιβόησις, η (AM) [επιβοώ] κατακραυγή, αποδοκιμασία αρχ. 1. επευφημία («δεχόμενος αὐτῶν τοὺς κρότους καὶ τὰς ἐπιβοήσεις», Πλούτ.) 2. αλαλαγμός …