η γνωριμία

  • 31προσφθείρομαι — Α 1. συναντώ κάποιον σε κακή στιγμή («θεούσῃ νηΐ προσφθαρείς», Αιλ.) 2. κάνω γνωριμία με κάποιον σε κακή περίσταση («ἀλλοτρίων ἐκ πότου τινὸς προσφθαρέντων», Πλούτ.) 3. (σπαν. το ενεργ.) προσφθείρω μολύνω, μιαίνω …

    Dictionary of Greek

  • 32συντροφιά — η / συντροφιά, ΝΜΑ [σύντροφος] σχέση, συναναστροφή (α. «μού λείπει η συντροφιά της» β. «ἡ πρὸς ἡμᾱς συντροφία», Στράβ.) νεοελλ. 1. όμιλος φίλων, φιλική ομήγυρη, παρέα («και δε θα μέ μακρύνετε από τη συντροφιά σας», Ερωτόκρ.) 2. συνεταιρισμός,… …

    Dictionary of Greek

  • 33συστροφία — ἡ, Α 1. ευστροφία, πανουργία 2. πιθ. (σχετικά με συγγραφείς) οικειότητα, γνωριμία. [ΕΤΥΜΟΛ. < συστροφή + κατάλ. ία. Ο τ. με σημ. «πανουργία, επιτηδειότητα» πρέπει ίσως να διορθωθεί σε ευστροφία, ενώ με τη σημ. «οικειότητα» θα μπορούσε να… …

    Dictionary of Greek

  • 34σχέση — η / σχέσις, εως, ΝΜΑ 1. η συνάφεια που υπάρχει μεταξύ δύο ή περισσότερων πραγμάτων, αναλογία, σύνδεση, αναφορά, αλληλεξάρτηση (α. «σχέση αιτίου και αιτιατού» β. «η ψυχική του διάθεση έχει στενή σχέση με τις καιρικές συνθήκες» γ. «τὸ γεῡν δεξιὸν… …

    Dictionary of Greek

  • 35σύσταση — η / σύστασις, ΝΜΑ, και αττ. τ. ξύστασις Α [συνίστημι] 1. σύνθεση, κατασκευή 2. συγκρότηση, συναρμολόγηση 3. ίδρυση, σχηματισμός (α. «σύσταση ανώνυμης εταιρείας» β. «σύστασις ἐπιβουλῆς», Πολ.) 4. φυσική σύνθεση, υφή, υπόσταση (α. «υδαρούς… …

    Dictionary of Greek

  • 36όψη — η (ΑΜ ὄψις) 1. το εξωτερικό μέρος προσώπου ή πράγματος, αυτό που κατ εξοχήν φαίνεται, η επιφάνεια (α. «η όψη τού υφάσματος» β. «δῶρον, οὐ σπουδαῑον εἰς ὄψιν», Σοφ.) 2. πρόσωπο, έκφραση, θωριά, φυσιογνωμία (α. «γελαστή όψη» β. «ὄψιν τέρειναν τήνδ… …

    Dictionary of Greek

  • 37Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην …

    Dictionary of Greek

  • 38Αλβίνος — (2ος αι. μ.Χ.). Λατίνος λόγιος, υπομνηματιστής του Πλάτωνα. Ήταν μαθητής του Γάιου και δάσκαλος του Γαληνού. Στα έργα του ασχολείται με τους διαλόγους του Πλάτωνα, υποστηρίζοντας ότι η σειρά με την οποία θα πρέπει να διαβαστούν πρέπει να… …

    Dictionary of Greek

  • 39Αλεξανδρουπόλεως, Ιερά Μητρόπολη — Η ΙΜΑ έχει έδρα την Αλεξανδρούπολη. Στη δικαιοδοσία της υπάγονται 61 ενοριακοί ναοί, στους οποίους υπηρετούν 80 κληρικοί. Για την αρτιότερη και πλέον εύρυθμη περιφερειακή οργάνωση έχουν οριστεί αρχιερατικοί επίτροποι στις περιοχές Σαμοθράκης,… …

    Dictionary of Greek

  • 40Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… …

    Dictionary of Greek