η αναζωογόνηση

  • 21νειός — νειός, ἡ (ΑΜ, Α και νεός και νέα) 1. αγρός ο οποίος οργώθηκε και πάλι, αφού παρέμεινε χέρσος για λίγο χρόνο με σκοπό την ενδυνάμωση τής γης, νιάμα («αἴτιον τοῡ θᾱττον ἐκτελοῡν καὶ μὴ καρπίζεσθαι τἠν γῆν, ἀλλὰ νειὸν ποιεῑν», Θεόφρ.) 2. η άροση, το …

    Dictionary of Greek

  • 22νεκρανάσταση — η (Μ νεκρανάστασις) 1. η επάνοδος από τον θάνατο στη ζωή, η ανάσταση εκ νεκρών, η αναβίωση 2. η Δευτέρα Παρουσία νεοελλ. 1. (για θεσμούς ή καταστάσεις που αφανίστηκαν ή παρήκμασαν) επάνοδος στην ακμή, στη ζωή, στη δράση 2. αναγέννηση,… …

    Dictionary of Greek

  • 23ξανάνιωμα — το [ξανανιώνω] 1. αναζωογόνηση, ανανέωση 2. η επιστροφή τών χαρακτηριστικών τής νεότητας στον γηράσκοντα οργανισμό …

    Dictionary of Greek

  • 24ξαναζωντάνεμα — το 1. αναβίωση 2. αναζωογόνηση …

    Dictionary of Greek

  • 25οσφραντήριος — ὀσφραντήριος, ία, ον (ΑΜ) 1. αυτός με τον οποίο οσφραίνεται κάποιος, αυτός που συντελεί στην όσφρηση, οσφρητικός («μυκτῆρες ὀσφραντήριοι», Αριστοφ.) 2. αυτός που μπορεί να οσφραίνεται 3. το ουδ. ως ουσ. τὸ ὀσφραντήριον (ενν. φάρμακον) ισχυρή οσμή …

    Dictionary of Greek

  • 26πάρος — Νησί των Κυκλάδων, το τρίτο σε έκταση (194,46 τ. χλμ.). Βρίσκεται στα Ν του συγκροτήματος Μυκόνου Δήλου, Δ της Νάξου και Α της Σίφνου. Ωοειδής στο σχήμα, με τους μεγάλους κόλπους της Νάουσας στα Β, της Παροικιάς στα Δ και του Δρυού στα Ν, και… …

    Dictionary of Greek

  • 27παλιγγενεσία — Τίτλος ελληνικών εφημερίδων και περιοδικών. 1. Πολιτική ημερήσια αθηναϊκή εφημερίδα. Ιδρύθηκε στις 20 Οκτωβρίου του 1862 από τον Ιωάννη Αγγελόπουλο και εκδιδόταν μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1899. 2. Εφημερίδα της Κέρκυρας. Ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του… …

    Dictionary of Greek

  • 28παλινόρθωση — Στη Γαλλία, ο όρος αρχικά χαρακτήριζε την αποκατάσταση στον θρόνο του πρωτότοκου κλάδου των Βουρβώνων, αλλά η έννοιά του διευρύνθηκε γρήγορα και σήμαινε την περίοδο της ιστορίας ολόκληρης της Ευρώπης από το 1815 μέχρι το 1830, κατά την οποία… …

    Dictionary of Greek

  • 29ρομανθέρο — (romancero). Έτσι έχουν ονομαστεί οι παλιές συλλογές των romances, ισπανικών επικολυρικών ποιημάτων σε οκτασύλλαβους με ομοιοκαταληξία στους ζυγούς στίχους. Οι πρώτες συλλογές romances χρονολογούνται από τη δεύτερη πεντηκονταετία του 15ου αι. και …

    Dictionary of Greek

  • 30τόνωση — η / τόνωσις, ώσεως, ΝΜΑ [τονῶ / ώνω] ενίσχυση, ενδυνάμωση νεοελλ. μτφ. αναζωογόνηση μσν. τονισμός λέξης αρχ. 1. ενεργητικότητα 2. (ρητ.) ορμητικότητα, σφοδρότητα («τονώσεις καὶ περιπαθήσεις», Φίλ.) …

    Dictionary of Greek