η άκατος
1ἄκατος — light vessel masc/fem nom sg …
2άκατος — Μικρό ταχύπλοο σκάφος, με ή χωρίς κατάστρωμα, που χρησιμοποιείται στα πολεμικά πλοία για τη μεταφορά φορτίων ή ανθρώπων, όταν δεν είναι δυνατή η πρόσδεση των καραβιών στην αποβάθρα. Οι ά. κρεμιούνται με ειδικά ανυψωτικά μηχανήματα περιμετρικά,… …
3άκατος — η μεγάλη βάρκα εμπορικού ή πολεμικού πλοίου …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
4τορπιλ(λ)άκατος — η, Ν (στρ. ναυτ.) μικρό και ταχύτατο πολεμικό σκάφος οπλισμένο με τορπίλες και βαρέα πολυβόλα ή αντιαεροπορικά πυροβόλα μικρού διαμετρήματος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τορπίλ(λ)η + άκατος. Η λ. μαρτυρείται από το 1892 στην εφημερίδα Επιθεώρησις] …
5ἀκάτω — ἄκατος light vessel masc/fem nom/voc/acc dual ἄκατος light vessel masc/fem gen sg (doric aeolic) …
6ἀκάτοιο — ἄκατος light vessel masc/fem gen sg (epic) …
7ἀκάτοις — ἄκατος light vessel masc/fem dat pl …
8ἀκάτοισι — ἄκατος light vessel masc/fem dat pl (epic ionic aeolic) …
9ἀκάτοισιν — ἄκατος light vessel masc/fem dat pl (epic ionic aeolic) …
10ἀκάτου — ἄκατος light vessel masc/fem gen sg …