ημέρωμα
1ημέρωμα — και μέρωμα, το (Α ἡμέρωμα) [ημερώνω] νεοελλ. εξημέρωση, καταπράυνση, κατευνασμός αρχ. το φυτό που έχει εξημερωθεί με καλλιέργεια, το καλλιεργημένο φυτό …
2ἡμερωμάτων — ἡμέρωμα cultivated plant neut gen pl …
3ἡμερώμασιν — ἡμέρωμα cultivated plant neut dat pl …
4ημέρωση — η (AM ἡμέρωσις) [ημερώνω] η εξημέρωση, το ημέρωμα αρχ. 1. (για γη) καλλιέργεια («αἱ ἐξημερώσεις καὶ αἱ κοπρίσεις», Θεόφρ.) 2. (για πρόσ.) εξευγενισμός («ἀνθρώπων ἡμερώσεις», Πλούτ.) …
5ημεροσύνη — και μεροσύνη, η 1. ημέρωμα, κατευνασμός 2. γαλήνη, ομόνοια. [ΕΤΥΜΟΛ. < ήμερος + κατάλ. (ο)σύνη (πρβλ. δικαι οσύνη, καλ οσύνη)] …
6μέρωμα — το βλ. ημέρωμα …
7πράϋνση — η / πράϋνσις, ύνσεως, ΝΑ, ιων. τ. πρήϋνσις, Α [πραΰνω] 1. τροπή μιας κατάστασης από την ένταση στην ηρεμία, κατευνασμός 2. (σχετικά με θυμό) μαλάκωμα, ημέρωμα 3. ιατρ. (σχετικά με σωματικό πόνο) ανακούφιση …
8στρίγγλα — Μάγισσα, γριά κυρίως, που εμφανίζεται στα παραμύθια κι έχει τις ίδιες ιδιότητες που έχουν οι νεράιδες, που τις χρησιμοποιούν όμως για το κακό. Πραγματικά, ενώ η νεράιδα είναι υπερφυσικό πλάσμα, αγαθό και ενεργητικό στον άνθρωπο, στον οποίο… …
9Καλλέργης, Λυκούργος — (Χουμέρι Μυλοποτάμου Κρήτης 1914 –).Ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Γιος του σοσιαλιστή ηγέτη Σταύρου Καλλέργη (βλ. λ.), σπούδασε στη δραματική σχολή των Καρόλου Κουν Διονύση Δεβάρη. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο θέατρο το 1934,… …
10Μπολσόι — (Κρατικό Ακαδημαϊκό θέατρο της Ρωσίας). Κορυφαίο θέατρο της Μόσχας, κέντρο της παγκόσμιας κουλτούρας, που έπαιξε σπουδαίο ρόλο στη διαμόρφωση της ρωσικής μουσικοθεατρικής τέχνης. Χτίστηκε το 1824 από τον αρχιτέκτονα O.I. Μπόβε πάνω σε σχέδια του… …
- 1
- 2