εὐ-ώλενος
1Ὤλενος — Olenos fem nom sg …
2ώλενος — Ονομασία δύο πόλεων της αρχαιότητας. 1. Πόλη της Αιτωλίας, κοντά στους πρόποδες του Αράκυνθου (Ζυγού). Σύμφωνα με μαρτυρίες του Στράβωνα, την κατέστρεψαν οι Αιολείς. Πολλοί αρχαιολόγοι θεωρούν πως τα ερείπια του Γυφτόκαστρου και του Πετροβουνίου… …
3Ώλενος — Ονομασία δύο πόλεων της αρχαιότητας. 1. Πόλη της Αιτωλίας, κοντά στους πρόποδες του Αράκυνθου (Ζυγού). Σύμφωνα με μαρτυρίες του Στράβωνα, την κατέστρεψαν οι Αιολείς. Πολλοί αρχαιολόγοι θεωρούν πως τα ερείπια του Γυφτόκαστρου και του Πετροβουνίου… …
4Ὠλένου — Ὤλενος Olenos fem gen sg …
5Ὠλένων — Ὤλενος Olenos fem gen pl …
6Ὠλένῳ — Ὤλενος Olenos fem dat sg …
7Ὤλενοι — Ὤλενος Olenos fem nom/voc pl …
8Ὤλενον — Ὤλενος Olenos fem acc sg …
9Erymanthos — (Ερύμανθος) Erymanthos Höhe 2.224 m (Olenos/Olonos (Ωλενός/Ωλονός)) …
10Olenvs — OLĔNVS, i, Gr. Ὤλενος, ου, (⇒ Tab. X.) Jupiters und der Anaxithea, einer von den Danaiden, Sohn, regierte in Achaia, und gab einer Stadt darinnen seinen Namen. Stephan. in Ὤλενος. Er soll derjenige gewesen seyn, welcher den Herkules, nachdem er… …