εὐ-κρόταλος
1Κρόταλος — masc nom sg …
2Κροτάλοις — Κρόταλος masc dat pl …
3Κροτάλοισι — Κρόταλος masc dat pl (epic ionic aeolic) …
4Κροτάλου — Κρόταλος masc gen sg …
5Κροτάλους — Κρόταλος masc acc pl …
6Κροτάλων — Κρόταλος masc gen pl …
7Κροτάλῳ — Κρόταλος masc dat sg …
8Κρόταλοι — Κρόταλος masc nom/voc pl …
9Κρόταλον — Κρόταλος masc acc sg …
10χρυσοκρόταλος — ον, Μ χρυσόκροτος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο) * + κρόταλος (< κρόταλον), πρβλ. φιλο κρόταλος] …
Страницы
- 1
- 2