εὐφυής

  • 121Ελλάδα - Ιστορία (Αρχαιότητα) — ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (600000 1100 π.Χ.) Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται ότι η ζωή ξεκίνησε στον ελλαδικό χώρο από το 100 000 π.Χ. (Παλαιολιθική εποχή). Όμως, η χρονική περίοδος που ιστορικά παρουσιάζει εξαιρετικό… …

    Dictionary of Greek

  • 122Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… …

    Dictionary of Greek

  • 123ευφυϊσμός — Όρος, ο οποίος προήλθε από το όνομα του πρωταγωνιστή του μυθιστορήματος του Τζον Λίλι, Ευφυής Ανατομία του πνεύματος (1578). Από τότε ε. επικράτησε να σημαίνει το ύφος που χαρακτηρίζεται από αντιθέσεις, παράλληλες και συμμετρικές προτάσεις,… …

    Dictionary of Greek

  • 124Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …

    Dictionary of Greek

  • 125Καβαφάκης — Επώνυμο δύο αδελφών δημοσιογράφων. 1. Ανδρέας (Αϊδίνι Μικράς Ασίας 1870 – 1922). Σπούδασε στην Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης και αργότερα στο Παρίσι. Άρχισε τη δημοσιογραφική του καριέρα στο Κάιρο, όπου συνεργάστηκε με τις ελληνικές εφημερίδες Φως και …

    Dictionary of Greek

  • 126Καβούρ, Καμίλο Μπένσο, κόμης ντε- — (Camillo Bensoconte di Cavour, Τορίνο 1810 – Ρώμη 1861). Ιταλός πολιτικός, πρωτεργάτης της ιταλικής ενοποίησης. Ο Κ. καταγόταν από αρχοντική και πλούσια οικογένεια του Πεδεμοντίου (Πιεμόντε). Eγκατέλειψε τη στρατιωτική σταδιοδρομία (1831) και… …

    Dictionary of Greek

  • 127Καπότε, Τρούμαν — (Truman Capote, Νέα Ορλεάνη 1924 – Λος Άντζελες 1984). Αμερικανός συγγραφέας, σεναριογράφος και ηθοποιός. Ο λογοτεχνικός κόσμος τον πρόσεξε με αφορμή ένα διήγημα που έγραψε σε ηλικία μόλις 17 ετών. Έγινε δημοφιλής με τα δύο μυθιστορήματα Άλλες… …

    Dictionary of Greek

  • 128Λύτρας — Επώνυμο οικογένειας καλλιτεχνών, γιων του ζωγράφου Νικηφόρου Λύτρα (βλ. λ.). 1. Λύσανδρος (Αθήνα 1885 – Αλεξάνδρεια 1921). Ηθοποιός. Ασχολήθηκε με το θέατρο μετά την ολοκλήρωση των γυμνασιακών του σπουδών. Πρωτοεμφανίστηκε το 1908 στον θίασο της… …

    Dictionary of Greek