εἶα δή
81συρμάτειος — εία, ον, Μ [σύρμα, ατος] συρματέϊνος* …
82σφαίρειος — εία, ον, Α [σφαῖρα] σφαιρικός …
83σχίνειος — εία, ον, Μ [σχῑνος] σχίνινος* …
84σωπάτρειος — εία, ον, Α [Σώπατρος] 1. αυτός που αναφέρεται στον ανδριαντοποιό Σώπατρο 2. (το ουδ. πληθ. ως κύριο όν.) τὰ Σωπάτρεια γιορτή στη Δήλο προς τιμήν τού Σωπάτρου …
85σύειος — εία, ον Α [σῡς] χοιρινός, γουρουνήσιος (α. «χρῑμα... σύειον», Ξεν. β. «σύεια δίκτυα» δίχτια θηρευτικά, βρόχοι, Αιν.) …
86ταλαντιείος — εία, ον, Α ταλαντιαῑος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < τάλαντον + κατάλ. ιεῖος (πρβλ. μην ιεῖος)] …
87ταρφύς — εῑα, ύ, θηλ. και ταρφύς, Α 1. (στον Όμ. μόνο το αρσ. και το ουδ.) πυκνός 2. (το ουδ. πληθ. ως επίρρ.) ταρφέα πολλές φορές, συχνά 3. (το ουδ. πληθ.) (κατά τον Ησύχ.) «συνεχῆ, ξηρά. ὀξέα. τραχέα». επίρρ... ταρφέως Α πολλές φορές, συχνά. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ …
88ταφείος — εία, ον, Α 1. ταφήϊος* 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ταφεῑον ο τάφος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τάφος + κατάλ. εῖος (πρβλ. οἰκ εῖος)] …
89τερπάνδρειος — εία, ον, Α [Τέρπανδρος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον λυρικό ποιητή Τέρπανδρο …
90τρηχύς — εία, ύ, Α ιων. τ. βλ. τραχύς …