εἵς
1.εις — εἰς , εἰς into proclitic indeclform (prep) …
2.εῖς — εἷς , εἷς sem masc nom sg …
3εἰς — into proclitic indeclform (prep) …
4εἴς — εἰς into proclitic indeclform (prep) …
5εἷς — sem masc nom sg …
6εις — (I) και εισέ και σε και σ( ) προ φωνήεντος ή τών πλαγίων πτώσεων τού άρθρου (AM εἰς και ές) πρόθ. που δηλώνει: 1. μέσα («..χύνονται στη θάλασσα», «οἵ τ εἰς ἅλαδε προρρέουσιν») 2. κίνηση προς, σε τόπο («πήγες εις το Μεσολόγγι», «εἰσέβαλε... ἐς… …
7εἶς — εἶμι ibo pres ind act 2nd sg (epic ionic) εἰμί sum pres ind act 2nd sg (ionic) εἰς into proclitic indeclform (prep) …
8Εἰς τέφραν γράφειν. — εἰς τέφραν γράφειν. См. Это надо в трубе мелком записать …
Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
9Εἰς τὴν αὐτοῦ κεφαλήν. — εἰς τὴν αὐτοῦ κεφαλήν. См. На чью либо голову …
Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
10εἵς — ἵημι Ja c io aor part act masc nom/voc sg …