εχύθην

  • 1ἐχύθην — χέω diffuse completely aor ind pass 3rd pl (epic doric aeolic) χέω diffuse completely aor ind pass 1st sg …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 2χύνω — ΝΜΑ, και χύννω ΜΑ (σχετικά με υγρό) αφήνω να ρεύσει, να πέσει προς τα έξω ή προς τα κάτω νεοελλ. 1. (σχετικά με υλικά) αφήνω να πέσει, σκορπίζω («έχυσες το στάρι») 2. (σχετικά με μέταλλα) ρευστοποιώ, λειώνω, χυτεύω 3. (σχετικά με διάφορα… …

    Dictionary of Greek