-
1 купюра
I.муз., театр. η περικοπή, η επιτομή.II.фин. το χαρτονόμισμα.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > купюра
-
2 конспект
конспектм ἡ περίληψη [-ις], ἡ ἐπιτομή, ἡ σύνοψη [-ις]. -
3 курс
курсм1. (направление) ἡ πορεία, ἡ ρότα / перен ἡ κατεύθυνση [-ις], ἡ διεύ-θυνση [-ις]:\курс на север πορεία προς βορ-ραν взять \курс на что-л. перен ἀρχίζω κάτι· менять \курс ἀλλάζω πορεία·2. (учебный) ἡ διδασκαλία, ἡ σειρά μαθημάτων / τό ἐτος (год обучения):\курс лекций ἡ σειρά παραδόσεων студент третьего \курса ὁ τριτοετής φοιτητής· окончить \курс в университете τελειώνω τό πανεπιστήμιο·3. (учебник) τό ἐγχειρίδιο[ν]:краткий \курс ἡ ἐπιτομή·4. мед.:\курс лечения ἡ θεραπεία, ἡ κούρα·5. эк. (валюты и т, п.) ἡ ἀξία, ἡ τιμή:биржевой \курс ὁ£ τιμές τοῦ χρηματιστηρίου· ◊ быть в \курсе дела εἶμαι ἐνήμερος, εἶμαι γνώστης τῶν πραγμάτων вводить в \курс κατατοπίζω, ἐνημερώνὠ держать в \курсе событий κρατώ ἐνήμερο τῶν γεγονότων. -
4 компендиум
-а α. παλ.επιτομή, σύνοψη. -
5 купюра
-
6 миниатюра
-ы θ.έγχρωμο γράμμα ή σχέδιο στην αρχή κεφαλαίου ή παραγράφου αρχαίων κειμένων. || μικρογραφία, μινιατούρα. || επιτομή, μικρό σύγγραμμα.εκφρ.в -е – σε σμικρογραφία. -
7 очерк
-а α.1. παλ. διάγραμμα.2. παλ. (φιλγ.) περιγραφή.3. έκθεση, ανάπτυξη ζητήματος. || επιτομή, σύνοψη περίληψη.4. στιγμιότυπο (λογοτεχνικό είδος) δοκίμιο. -
8 синопсис
-а α.παλ. σύνοψη, επιτομή ή περίληψη.
См. также в других словарях:
ἐπιτομῇ — ἐπιτομή cutting on the surface fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτομή — cutting on the surface fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επιτομή — η (AM ἐπιτομή) [επιτέμνω] νεοελλ. σύντομο σύγγραμμα, όπου εκτίθεται περιληπτικά το περιεχόμενο άλλου εκτενέστερου συγγράμματος μσν. «ἐπιτομή νόμων» ιδιωτική συλλογή διατάξεων τού βυζαντινού δικαίου αρχ. 1. η κατά την επιφάνεια τομή («τὴν τῆς… … Dictionary of Greek
επιτομή — η 1. ο αποχωρισμός τμήματος από κάποιο σύνολο, συντόμευση, σύμπτυξη. 2. μικρό σύγγραμμα που έγινε από συντόμευση ή από περίληψη άλλου μεγαλύτερου: Επιτομή αρχαίας ιστορίας του Α … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἐπιτομῆι — ἐπιτομῇ , ἐπιτομή cutting on the surface fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτομαῖς — ἐπιτομή cutting on the surface fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτομαί — ἐπιτομή cutting on the surface fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτομῆς — ἐπιτομή cutting on the surface fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτομήν — ἐπιτομή cutting on the surface fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτομῶν — ἐπιτομή cutting on the surface fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Пиерийское восстание — 1878 года, в Греции чаще упоминается как Революция Литохоро (греч. Επανάσταση του Λιτοχώρου) по имени города главного центра восстания восстание греческого населения османской Македонии, направленное одновременно против турецкого господства … Википедия