επί τόπου

  • 21ελλαδικός πολιτισμός — Πολιτισμός που άκμασε στην ηπειρωτική Ελλάδα κατά την περίοδο του χαλκού. Η περίοδος αυτή άρχισε περίπου από το 2800 π.Χ. και συνεχίστηκε έως το τέλος της 2ης χιλιετίας π.Χ. Η τελευταία της φάση, η υστεροελλαδική (1580 1100 π.Χ.), ταυτίστηκε με… …

    Dictionary of Greek

  • 22κλαστικά πετρώματα — Ομάδα πετρωμάτων η οποία περιλαμβάνει τα ιζηματογενή πετρώματα που προέρχονται από συσσώρευση θραυσμάτων άλλων πετρωμάτων, τα οποία προϋπήρχαν και έχουν μεταφερθεί από άλλη περιοχή, μακριά από τον τόπο όπου έγινε η απόθεσή τους και η… …

    Dictionary of Greek

  • 23Μουσείο, Σκιρώνειο Πολυχρονόπουλου — Εγκαινιάστηκε το 1976, ένα χρόνο μετά το θάνατο του ιδρυτή του γλύπτη Κώστα Πολυχρονόπουλου, και στεγάζει το μεγαλύτερο μέρος της καλλιτεχνικής του παραγωγής. Βρίσκεταιο στο 50ό χλμ. της παλαιάς Εθνικής Οδού Αθηνών Κορίνθου, στην περιοχή των… …

    Dictionary of Greek

  • 24Πικέρμι — Οικισμός της Αττικής, στις νότιες υπώρειες της Πεντέλης, από την περιοχή του οποίου προέρχονται σπουδαία παλαιοντολογικά ευρήματα, γνωστά ως πικερμική πανίδα. Υπάγεται στη νομαρχία Ανατολικής Αττικής, του νομού Αττικής. Κατά τη διάρκεια της… …

    Dictionary of Greek

  • 25Σουρινάμ — Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τη Bραζιλία, στα Δ με τη Δημοκρατία της Γουιάνας και στα Α με τη Γαλλική Γουιάνα.Tο Σουρινάμ, πρώην ολλανδική αποικία, από το 1954 αποτελεί αυτόνομο μέλος των Kάτω Xωρών. Βρέχεται στο βόρειο τμήμα… …

    Dictionary of Greek

  • 26Στεατορνιθίδες — (Steatornithidae). Οικογένεια πτηνών της τάξης των αιγοθηλόμορφων, της υπέρταξης των νεογνάθων. Περιλαμβάνει ένα μόνον είδος, τη στεατόρνιθα την καρίπειο, γνωστή και με την ονομασία «γκουαχάρο». Πρόκειται για ένα πολύ παράξενο πουλί, που… …

    Dictionary of Greek

  • 27Ελλάδα - Τέχνη (Σύγχρονη) — Η ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ 19ου & ΤΟΥ 20ού αι. Εξετάζοντας την ελληνική εικαστική δημιουργία σήμερα, μπορούμε να καταλήξουμε στις εξής παραδοχές: α) παρουσιάζει έργα με μεγάλο… …

    Dictionary of Greek

  • 28Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …

    Dictionary of Greek

  • 29Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… …

    Dictionary of Greek

  • 30Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… …

    Dictionary of Greek