δρᾰκων
21Δράκοντος — Δράκων dragon masc gen sg …
22δράκοντος — δράκων dragon masc gen sg …
23Δράκουσι — Δράκων dragon masc dat pl (attic epic doric ionic) …
24δράκουσι — δράκων dragon masc dat pl (attic epic doric ionic) …
25Δράκουσιν — Δράκων dragon masc dat pl (attic epic doric ionic) …
26δράκουσιν — δράκων dragon masc dat pl (attic epic doric ionic) …
27Dragon — This article is about the legendary creature. For other uses, see Dragon (disambiguation). The Ljubljana Dragon in Ljubljana …
28δράκοντας — Βλ. λ. Δράκων. * * * και δράκων και δράκος, ο (θηλ. δράκαινα και δράκισσα και δρακόντισσα, η) (AM δράκων Μ και δράκος, θηλ. δράκαινα) Ι. δράκοντας και δράκων (AM δράκων) 1. τεράστιο μυθικό φτερωτό ερπετό 2. οποιασδήποτε μορφής υπερφυσικό τέρας 3 …
29αίμα δράκοντα — Ρητίνη που παράγεται από ορισμένα είδη του φυτού δράκαινα (οικογένεια λειλιιδών) και χρησιμοποιείται ως χρωστική ουσία, με χρώμα βαθύ κοκκινωπό, για παρασκευή χρωμάτων και βερνικιών. Το φυτό από το οποίο κυρίως εξάγεται αυτή η ρητίνη είναι η… …
30Δράκονθ' — Δράκοντα , Δράκων dragon masc acc sg Δράκοντι , Δράκων dragon masc dat sg Δράκοντε , Δράκων dragon masc nom/voc/acc dual …