δριμυφαγίᾳ
1δριμυφαγία — δριμυφαγίᾱ , δριμυφαγία acrid diet fem nom/voc/acc dual δριμυφαγίᾱ , δριμυφαγία acrid diet fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …
2δριμυφαγίᾳ — δριμυφαγίᾱͅ , δριμυφαγία acrid diet fem dat sg (attic doric aeolic) …
3δριμυφαγίας — δριμυφαγίᾱς , δριμυφαγία acrid diet fem acc pl δριμυφαγίᾱς , δριμυφαγία acrid diet fem gen sg (attic doric aeolic) …
4δριμυφαγίαι — δριμυφαγίᾱͅ , δριμυφαγία acrid diet fem dat sg (attic doric aeolic) …
5δριμυφαγίαν — δριμυφαγίᾱν , δριμυφαγία acrid diet fem acc sg (attic doric aeolic) …
6δριμυφαγιῶν — δριμυφαγία acrid diet fem gen pl …
7δριμυφαγίαις — δριμυφαγία acrid diet fem dat pl …