δρεπανίς
1δρεπανίς — bird fem nom sg …
2δρεπανίς — η (AM δρεπανίς) ζωολ. γένος πτηνών τής οικογένειας τών δρεπανιδών είναι μικρό πτηνό με ποικίλα χρώματα και με γλώσσα ειδικά κατασκευασμένη να απομυζά το νέκταρ τών λουλουδιών αρχ. είδος πουλιού που ονομάζεται έτσι από το σχήμα τών φτερών του,… …
3δρεπανίδα — δρεπανίς bird fem acc sg …
4δρεπανίδες — δρεπανίς bird fem nom/voc pl …
5drepnea — DREPNEÁ, drepnele, s.f. Pasăre asemănătoare cu rândunica, cu penele de culoare cafenie închisă şi cu gâtul alb (Cypselus apus) – Probabil din drepănea, idem (< lat. drepanella, diminutiv al lui drepanis). Trimis de Anonim, 13.09.2007. Sursa:… …
6ՄԱՔԱԼՈՒԿ — ( ) NBH 2 0231 Chronological Sequence: Early classical գ. Անուն թռչնոյ. ըստ յն. տրէբանի՛ս. թ. դըռփանճըգ. այսինքն մանգաղուկ կամ մանգաղիկ. δρεπανίς drepanis, falcula, riparia. *Ծիծռանց, եւ այլոց թռչոց, որ անուանեալ կոչին մաքալուկք, որք յօդոցն… …