δούλᾳ
1δούλα — δούλᾱ , δούλη born bondman fem nom/voc/acc dual δούλᾱ , δούλη born bondman fem nom/voc sg (doric aeolic) δούλᾱ , δοῦλος born bondman fem nom/voc/acc dual δούλᾱ , δοῦλος born bondman fem nom/voc sg (doric aeolic) δούλᾱ , δοῦλος born bondman… …
2δούλᾳ — δούλᾱͅ , δούλη born bondman fem dat sg (doric aeolic) δούλᾱͅ , δοῦλος born bondman fem dat sg (doric aeolic) δούλᾱͅ , δοῦλος born bondman fem dat sg (doric aeolic) …
3δούλα — η η υπηρέτρια: Έχει μια δούλα που κάνει τα πάντα στο σπίτι …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
4δούλα — η βλ. δούλος …
5δοῦλα — δοῦλος born bondman neut nom/voc/acc pl …
6δούλας — δούλᾱς , δούλη born bondman fem acc pl δούλᾱς , δούλη born bondman fem gen sg (doric aeolic) δούλᾱς , δοῦλος born bondman fem acc pl δούλᾱς , δοῦλος born bondman fem gen sg (doric aeolic) δούλᾱς , δοῦλος born bondman fem acc pl δούλᾱς ,… …
7δούλαν — δούλᾱν , δούλη born bondman fem acc sg (doric aeolic) δούλᾱν , δοῦλος born bondman fem acc sg (doric aeolic) δούλᾱν , δοῦλος born bondman fem acc sg (doric aeolic) …
8οδαλίσκη — Δούλα που υπηρετούσε στην Τουρκία τις χανούμισες στο τραπέζι και στα δωμάτιά τους, δηλαδή στον οντά. Οι Ευρωπαίοι συγγραφείς όμως ταύτισαν τις ο. με τις παλλακίδες των σουλτάνων και των πασάδων. Και στην πραγματικότητα συνέβαινε συχνά οι πασάδες… …
9Περγκoλέζι Τζοβάννι Μπατίστα — (Pergolesi, Ιέζι Ανκόνα 1710 – Ποτσουόλι, Νεάπολη 1736). Ιταλός συνθέτης. Το πρόωρο ταλέντο του παρακίνησε τους παιδαγωγούς του να τον στείλουν να σπουδάσει βιολί και σύνθεση στο ωδείο της Νεάπολης. Οι βασικές γραμμές της κλίσης του, δηλαδή η… …
10Психарис, Яннис — Яннис Психарис греч. Γιάννης Ψυχάρης …