διαφωνία
1διαφωνία — διαφωνίᾱ , διαφωνία discord fem nom/voc/acc dual διαφωνίᾱ , διαφωνία discord fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …
2διαφωνίᾳ — διαφωνίαι , διαφωνία discord fem nom/voc pl διαφωνίᾱͅ , διαφωνία discord fem dat sg (attic doric aeolic) …
3διαφωνία — Διχογνωμία, διάσταση γνωμών· παραφωνία ή κακοφωνία. (Μουσ.) Διάταξη δύο ή περισσότερων φθόγγων που ηχούν είτε ταυτόχρονα (συγχορδία) είτε ο ένας μετά τον άλλον (μελωδία) και από άποψη παραδοσιακής αρμονίας, δημιουργούν αίσθημα δυσαρμονίας. Οι… …
4διαφωνία — η διάσταση απόψεων, ασυμφωνία: Ο υπουργός παραιτήθηκε, αφού πρώτα εξέφρασε δημόσια τη διαφωνία του με την πολιτική της κυβέρνησης …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
5διαφωνίας — διαφωνίᾱς , διαφωνία discord fem acc pl διαφωνίᾱς , διαφωνία discord fem gen sg (attic doric aeolic) …
6διαφωνίαι — διαφωνία discord fem nom/voc pl διαφωνίᾱͅ , διαφωνία discord fem dat sg (attic doric aeolic) …
7διαφωνίαν — διαφωνίᾱν , διαφωνία discord fem acc sg (attic doric aeolic) …
8διαφωνιῶν — διαφωνία discord fem gen pl …
9διαφωνίαις — διαφωνία discord fem dat pl …
10σχίσμα — Η διάσταση ομάδων πιστών από τη θρησκευτική τους κοινότητα. Με την έννοια αυτή το σ. συναντιέται σε διάφορες θρησκείες, όπως στο βουδισμό, στον τζαϊνισμό, στον ιουδαϊσμό και στον ισλαμισμό. Στο χριστιανισμό δείχνει, ιδιαίτερα, διαφωνία που… …